Βωλάξ, Τήνος. Τόπος όμορφος και ζωντανός. Χωριό αγαπημένο. Μέρος που θέλουμε να προστατέψουμε και να αναδείξουμε πιο πολύ από ποτέ! Εκτιμούμε όλα όσα μας προσφέρει μέσα απ' την ιστορία και την κουλτούρα του, μέσα από την αξεπέραστη φύση και τις αξίες των ανθρώπων του...
Ακολουθήστε μας!
Eκτροφή κατσικιών

Σε όσους από εσάς αρέσει η πεζοπορία στα μονοπάτια του χωριού, ίσως έχετε παρατηρήσει πως κάποια μεγάλα βράχια, στις άκρες τους, έχουν επάνω πέτρες στη σειρά. Άραγε για ποιο λόγο κάποιοι τις τοποθέτησαν εκεί; O φρερ Γιώργος μάς υποδεικνύει έναν τέτοιο βράχο, δίνοντάς μας και την απάντηση, τονίζοντας δύο σημεία: τις κατσίκες και την «πρόχειρη» τροφή των γεωργών.

H εκτροφή της κατσίκας έχει πολλά θετικά. Kατ' αρχήν μπορεί να αποκτηθεί ευκολότερα και οικονομικότερα από όλα τα υπόλοιπα ζώα, ενώ έχει μικρότερες απαιτήσεις σε χώρους και έξοδα τροφής καθώς τρώει σχεδόν τα πάντα από όσα προέρχονται από το φυτικό βασίλειο. Kαι γι' αυτό οι περισσότεροι κτηνοτρόφοι της περιοχής, επιλέγουν αυτά τα συμπαθή τετράποδα για εκτροφή –μάλιστα τις πιο άγριες ράτσες κατσικιών. συνέχεια...

Tο «πεδίκλωμα» αποτελεί την βάρβαρη κακοποίηση των ζώων στα ελληνικά νησιά. Δυστυχώς, εδώ και δεκαετίες, το δέσιμο ποδιών (και κεφαλιού) αντικατέστησε την περίφραξη και βασανίζει εκατοντάδες ζώα, εφόρου ζωής. Ο πολιτισμός ενός λαού φαίνεται από τη συμπεριφορά του προς τα ζώα.

Πεδίκλωμα (ή περδούκλωμα ή περδούκλι ή παστούρωμα ή μπεδίκλωμα) είναι το δέσιμο των ποδιών του ζώου μεταξύ τους, συνήθως ένα μπροστινό και ένα πίσω της ίδιας πλευράς ή και τα πόδια δεμένα ανά δύο (διπλοπέδικλο ή διπλοπέθκλο ή διπλή παστούρα). Ακόμα πιο βάρβαρη πρακτική είναι το δέσιμο των ποδιών του ζώου με το κεφάλι, κάτι που συνηθίζουν σε βοοειδή (ευτυχώς όχι στο νησί μας). συνέχεια...


Ελλείψει φωτογραφία από το χωριό, χοιροσφάγια στον Σκαλάδο, λίγο μετά τον πόλεμο.

Η σφαγή του χοίρου στο τέλος του χρόνου, που συναντάει κανείς στην Τήνο, είναι μια αρχαία συνήθεια με τόσο βαθειές ρίζες που της έχει επιτρέψει να επιζήσει για πολλούς αιώνες. Οι Έλληνες τον έκτο αιώνα μ.Χ. έκαναν το ίδιο πιστεύοντας ότι η θυσία του χοίρου θα τους εξασφάλιζε καλή σοδειά και γόνιμη χρονιά. Σήμερα, όμως, που η χαρακτηριστική αυτή εκδήλωση έχει σχεδόν εκλείψει στο χωριό μας, προσθέτω λίγες αράδες μέσα από αυτό το post...

Τα χρόνια εκείνα, σχεδόν οι μισές οικογένειες της Βωλάξ, είχαν και ένα χοίρο στην κέλλα τους για να εξασφαλίσουν το κρέας και το λίπος ολόκληρης της χρονιάς. Τα κατσικάκια τα φύλαγαν για το Πάσχα. Αν, πάλι, είχαν περισσότερα κατσίκια και δαμάλια από τις ανάγκες της οικογένειας, τα πούλαγαν συνήθως στους κρεοπώλεις, λίγο πριν την περίοδο του Πάσχα, για να τα αγοράσουν με την σειρά τους κάτοικοι της Χώρας.

Τους χοίρους τους έσφαζαν στο τέλος του χρόνου, από το Φθινόπωρο προς τον Νοέμβριο. Σε αυτή την οικογενειακή εκδήλωση, τα λεγόμενα χοιροσφάγια, έσμιγαν συγγενείς, φίλοι και οι γνωστοί. Μάλιστα, σ' εκείνες τις εποχές που οι άνθρωποι ενδιαφερόντουσαν για τον διπλανό τους, έδιναν λιχουδιές για να γευτούν και να χαρούν και αυτοί που δεν είχαν δικό τους χοίρο. συνέχεια...

Όποιος έχει βρεθεί στην Καππαδοκία θα έχει εντυπωσιαστεί με τους εξωπραγματικούς γεωλογικούς σχηματισμούς, αυτό το απέραντο οροπέδιο γεμάτο φαράγγια, τρύπες και αβυσσαλέα χάσματα, σπαρμένο με κούφιους παράξενους βράχους όπου μέσα τους βρίσκονται κρυμμένα σπίτια, βραχοκλησιές και ολόκληροι ναοί.

Στην μικρότερη και πιο φτωχή γη της Βωλάξ, στον δύσκολο αυτόν τόπο, αν περπατήσετε μέσα στα χωράφια και ψάξετε τους βραχώδεις σχηματισμούς, θα παρατηρήσετε ότι σε πολλά σημεία από αυτά έχουν δημιουργηθεί λαγούμια, τρύπες και κουφάλες, με αποτέλεσμα να χρησιμοποιούνται ως υποτυπώδεις φυσικοί στάβλοι. συνέχεια...

Υπήρχε μια εποχή που δεν υπήρχε πολεοδομία να ορίζει πως θα φτιάχνεται το κάθε οίκημα (και να ζητάει όλα τα κτίσματα του νησιού να είναι λευκά με μπλε πορτοπαράθυρα). Υπήρχε μια εποχή όπου το τοπίο επέβαλλε την κλίμακά του στις συνήθειες και την οικιστική συμπεριφορά των ανθρώπων. Τότε που τα "στάβλα" (παλ. γραφ. "σταύλα"), τα "μάντρα", οι αποθήκες, οι αχερώνες και οι "κατ'κιές" ("καθκιές") ήταν αρμονικά ενταγμένες στον φυσικό τους χώρο.

Χτισμένες λιτά από τοπικές γρανιτικές πέτρες, βαθιά ριζωμένες και αρμονικά ενταγμένες, οι αποθήκες και τα στάβλα, ήταν τα πρώτα και τα τελευταία οικήματα που συναντούσες μπαίνοντας και βγαίνοντας από έναν οικισμό. Η αίσθηση που αποκομίζει κανείς από μια απλή περιήγηση σε αυτά τα οικήματα είναι αυτή του μέτρου και της αυτάρκειας –αξίες σχεδόν εξαφανισμένες στις μέρες μας... συνέχεια...

Στα εφηβικά μου χρόνια ένιωθα αμήχανα τα μεσημέρια. Οι χωρικοί και οι «Αθηναίοι εισβολείς», κάτω από την μεσημεριανή ραστώνη, εξαφανίζονταν για να ξεκουραστούν. Έτσι, μου άρεσε να περπατάω μόνος μου, στα χωράφια κάτω από το Άπλωμα, και όταν έβλεπα στάβλο άδειο από ζώα, έμπαινα μέσα και τον... έψαχνα. Ίσως έψαχνα που είχαν εξαφανιστεί όλοι τους...

Τα παλιά χρόνια, η σχέση των ανθρώπων με τα ζώα και την γη τους ήταν μια σχέση αγάπης και μόχθου, που την έβλεπες στα καλλιεργημένα χωράφια και στους μικρούς κήπους με τα κηπευτικά. Φαινόταν στα καθαρισμένα μονοπάτια και στις προσεγμένες και επιδιορθωμένες ξερολιθιές. Το ένιωθες γύρω σου: στις φωνές των γεωργών από το χωράφι μέχρι τον απέναντι λόφο και στα δεκάδες αρώματα της καλλιεργημένης γης.

Λένε, πως όταν ο Κάτων ο Πρεσβύτερος έγινε κήνσωρ της Ρώμης, τιμητής, το 184 π.Χ., δεν απέμεινε σε κανέναν τον τίτλο του ρωμαίου πολίτη, αν προηγουμένως δεν του έδειχνε τα χέρια του. Όσοι είχαν χέρια λεπτά, καθαρά και άσπρα δεν έπαιρναν ποτέ τον τίτλο αυτό. Αντιθέτως, όσοι είχαν χέρια σκληρά, ηλιοκαμμένα και με ρόζους γίνονταν δεκτοί. συνέχεια...

Βρισκόμαστε σε μια εποχή που συχνά ακούμε για εναλλακτικές πηγές ενέργειας. Μία από αυτές ήταν –και στην Βωλάξ– η "βουϊδιά" (βοϊδιά <βόιδι> βόδι), η (ξερή) κοπριά της αγελάδας...

Είναι γνωστό ότι οι στεγνές σβουνιές σε πολλά μέρη της Ελλάδας, όπου δεν υπάρχουν ξύλα, χρησιμοποιούνται ως καύσιμη ύλη. Ο Ηλίας Πετρόπουλος [Το Ταντούρι και το Μαγκάλι, Νεφέλη, 1994, σελ. 24 κ.ε.] γράφει: «Οι νέοι μας ίσως ν' αντιμετωπίζουν τη σβουνιά σαν βρομερή και περιφρονητέα καύσιμη ύλη. Πρόκειται για λάθος. Ως γνωστόν, στην κάφτρα του τσιγάρου αναπτύσσεται θερμοκρασία 700-800 βαθμών Κελσίου. Άλλωστε, η κινέζικη κουζίνα βασίζεται στο μικρό θερμαντικό επίκεντρο –γι' αυτό η κινέζικη κατσαρόλα (σσ. γουόκ) έχει σχήμα κώνου. Με μια σβουνιά ο κινέζος έψηνε το φαγητό του μέσα σε 3-10 λεπτά της ώρας. Οι σβουνιές είχαν τόση θερμαντική δύναμη που τις χρησιμοποιούσαν ακόμη και οι σιδεράδες. Ο γλύπτης Φιλόλαος μου αφηγήθηκε πως κοκκίνιζαν με αναμμένες σβουνιές τα σιδερένια στεφάνια των τροχών. συνέχεια...

Ο παππούς, αλλά και οι χωρικοί τα παλιά χρόνια χρησιμοποιούσαν ένα ραβδί –«μπαστούν(ι)» το έλεγαν– και το έπαιρναν όταν πήγαιναν στα χωράφια. Ο ξάδερφός μου θυμάται ότι «ο παππούς είχε δυό–τρία, μακριά και ελαφρά, αλλά πολύ γερά» μπαστούνια, που στο επάνω μέρος τους άφηναν να εξέχει (μέχρι τέσσερα εκατοστά) ένα μικρό κλαδάκι για να διευκολύνουν το κράτημα με τον αντίχειρα. Δηλαδή, ένα ραβδί που στο πάνω μέρος του γινόταν κάπως σαν το γράμμα «Υ».

συνέχεια...

Λόγω πιθανής ζωοκλοπής (συνήθως από κάποιο διπλανό χωριό) τα ζώα σημαδεύονταν. Το σημάδεμα γίνεται όταν τα κατσίκια και τ' αρνιά είναι ακόμα μικρά. Μ' αυτά τα σημάδια ξεχωρίζουν τα μπουλούκια και γνωρίζουν οι τσοπάνηδες τον ιδιοκτήτη των προβάτων. Το σημάδεμα γίνεται στα αυτιά, στο δεξί ή στο αριστερό. Αν, πάλι, είναι πολλά τα κοπάδια τότε γίνεται και στα δυο μαζί. Στην Τήνο, και ειδικά στο χωριό Βωλάξ, η συγχνώτηση του ανθρώπου με τα ζώα που εκτρέφει δεν αποτελούν κοπάδι αλλά κάποιες μονάδες αφού ο αριθμός των κατσικιών και των αρνιών ποτέ δεν ήταν πολύ μεγάλος ώστε να θεωρούνται «κοπάδια». 

Για την ιστορία, λανθασμένη αποδεικνύεται η εντύπωσή μας ότι η λεία της ζωοκλοπής είναι πάντοτε τα πρόβατα ή τα κατσίκια –μιλώντας, φυσικά, για όλη την επικράτεια της χώρας. Σε νομοσχέδιο που συζητήθηκε στη Βουλή των Ελλήνων [Ιούνιος 1911], διαβάζουμε: «Εάν ο κλέψας βουν, ίππον, κάμηλον, βούβαλον, ημίονον, όνον, πρόβατον, αίγα ή χοίρον, πριν έτι εξετασθή παρά της Αρχής ή παρά του Δικαστηρίου, ενήργησεν άνευ βλάβης τρίτου τινός την απόδοσιν ή την πλήρη αποκατάστασιν του αφαιρεθέντος πράγματος, τιμωρείται με φυλάκισιν δεκαπέντε μέχρι τεσσαράκοντα ημερών». συνέχεια...

Στα ξερά, ως επί το πλείστον, κυκλαδονήσια ήταν φυσικό να αναπτυχθεί η κτηνοτροφία και –κατ' επέκταση– η τυροκομία. [«Σήμερα, στην Τήνο, ο ντόπιος γεωργικός συνεταιρισμός παράγει διάφορα τυριά, από τα οποία ξεχωρίζει η κοπανιστή, ένα πικάντικο αλοιφώδες ΠΟΠ τυρί και το παραδοσιακό τυράκι της Τήνου», Γαστρονόμος 30.04.2010]. Η κτηνοτροφία είναι μία από τις πιο παλιές δραστηριότητες του ανθρώπου (Τουλάχιστον από την νεολιθική εποχή). Ο άνθρωπος, στην προσπάθειά του να εξασφαλίσει την απαραίτητη ποσότητα τροφής, ανακάλυψε ότι ήταν δυνατό μερικά ζώα να μην τα σκοτώνει, αλλά να τα πιάνει ζωντανά –ιδιαίτερα την εποχή που ήταν πολλά– και να τα κρατά κάπου περιορισμένα, να τα τρέφει και όταν είχε ανάγκη να τα σκοτώνει. Μέχρι και τη δεκαετία του ΄70, σχεδόν όλοι οι κάτοικοι του χωριού, εκτός από την καλαθοπλεκτική, ασχολήθηκαν με τις αγροτικές καλλιέργειες και την κτηνοτροφία. συνέχεια...