Με αυτή την σειρά άρθρων, ξεκινάμε να σας μεταφέρουμε συνταγές γλυκών από τα παλιά τετράδια σημειώσεων που κράταγαν οι γυναίκες του χωριού και όχι μόνο!
Λίγα λόγια
Οι γυναίκες του χωριού δεν έπρεπε μόνο να είναι –που ήταν– καλές μαγείρισσες, αλλά έπρεπε και να το δείχνουν. Έτσι μετέφεραν μαγειρικές συνταγές οι ίδιες, κάποιες φίλες τους ή και οι κόρες τους αργότερα, σε διάφορα χαρτιά σημειώσεων. Οι νοικοκυρές τις έγραφαν σε παλιά τετράδια με σκληρό κάλυμμα ή –μεταγενέστερα– σε ατζέντες, μπλοκάκια και επιτραπέζια ημερολόγια. Επειδή, οι περισσότερες γυναίκες, δεν ήξεραν γραφή εκείνα τα χρόνια, είχαν και κάποια μεταλλικά κουτιά όπου, μέσα σε αυτά, φύλλαγαν συνταγές από περιοδικά και εφημερίδες –διπλωμένες με πολύ προσοχή. Δυστυχώς, αν και ο όγκος συνταγών που βρήκαμε μας ικανοποιεί, δεν προέρχεται από όσες πηγές θα θέλαμε ώστε, όσο το δυνατόν πιο αντιπροσωπευτικός στην λαογραφική αυτή πτυχή της Βωλάξ. συνέχεια...
Πάμε στην είσοδο του χωριού και βρίσκουμε ένα ωραίο σημείο για να παρκάρουμε. Ανεβάζουμε ταμπέλα στην οροφή του αυτοκινήτου, στα αγγλικά: «VOLAX - RAW HONEY», να φαίνεται καθαρά, και περιμένουμε τους κουτόφραγκους να τους πουλήσουμε μέλι ανθέων 20 ευρώ το κιλό (10 το μισόκιλο, για όους δεν κρατάνε εικοσάρικο επάνω τους). Αύγουστος 2019. Εδώ το αγνό μέλι, δε ζαχαρώνει, βιολογικό 100%!
Η Βωλάξ πουλάει (και ξεπουλάει).
Ακόμα θυμάμαι το πρώτο παγωτό του χρόνου! Με τη μητέρα μου να μας λέει να μην το φάμε ακόμη γιατί θα κρυώσουμε, δεν κάνει τόσο ζέστη, μια άλλη μέρα...
Όταν δεν έβλεπε πολλά μέσα στο ψυγείο, μας έλεγε πως είναι περσινά και πως ακόμη δεν έχουν έρθει τα καινούργια ή, πάλι, εάν υπήρχαν κάποια ταλαιπωρημένακαι πολύπαθα, μας έλεγε πως τάχα μου έπεσε το ρεύμα και πως αν τα φάμε θα μας πονέσει το στομάχι μας… συνέχεια...
Όλοι, μα όλοι, ήξεραν πως η μακαρονάδα της γιαγιάς ήταν η πιο νόστιμη από όλες, με διαφορά! Aδέρφια, ξαδέρφια, γονείς, θείοι και παππούδες –εξαιρώ μητέρες και θείες που μπορεί να ζήλευαν... Aν την γνώριζαν Γάλλοι εκλεκτοφάγοι η γιαγιά θα έπαιρνε 10 αστέρια στον κατάλογο της Michelin!
Θεωρώ πως όσοι διαβάζετε αυτή την ανάρτηση ξέρετε να φτιάχνετε μια απλή μακαρονάδα. Tι είναι αυτό που την ξεχωρίζει από τις άλλες; Ίσως να θεωρείτε πως ο τρόπος παρασκευής της σάλτσας είναι αυτός που κάνει την διαφορά –με δεδομένο πως τα μακαρόνια βράζονται με τον συνήθη τρόπο. Oι πιο καταρτισμένοι μπορεί να επιμένουν στην ποιότητα των υλικών από τα οποία γίνονται τα μακαρόνια: το αλεύρι και το σκληρό σιτάρι. Άλλοι πάλι πιστεύουν ότι ο χρόνος βρασμού είναι αυτός που μετράει ή η ποσότητα αλατιού που μπαίνει στο νερό. Oι παλαιότεροι θα αναπολούν σίγουρα τα ξύλα για την φωτιά... Eίναι όλα αυτά, και άλλα τόσα...
Δεν θα δώσω κάποια συνταγή. Θα πω δυο λόγια που έκαναν την μακαρονάδα της γιαγιάς την πιο νόστιμη μακαρονάδα όλου του κόσμου. συνέχεια...
Τα κέικ, ή κεκ όπως τα έλεγαν παλιά, ήταν είναι πάντα νόστιμα και αρκετά θρεπτικά. Σήμερα τα γευόμαστε στο πρωινό μας, για να συνοδέψουν το τσάι ή τον καφέ μας, αλλά και σαν ένα γρήγορο σνακ. Τότε, ήταν ένα κανονικό γλυκό και μπορούσες να το συνοδεύσεις με ρακί (για τους άντρες) ή με λικέρ φρούτων (για τις γυναίκες). Γενικά, δεν έβγαζαν μόνο κέικ –όπως, για παράδειγμα, γινόταν με τους λουκουμάδες: Θυμάμαι που το εμφάνιζαν, σε σχετικά λεπτές φέτες, μαζί με τα παστέλια επάνω σε φύλλα λεμονιάς ή τα «ψαράκια», και διάλεγες εσύ τι θες. Μόλις δε, έτρωγες κάτι, υπήρχε δεύτερος γύρος: «Θέλεις κάτι ακόμα; Να πάρε! Μην ντρέπεσαι...» συνέχεια...
Έρχονται γιορτές. Άγιοι από εδώ, άγιοι από εκεί. Γάμοι, βαφτίσια, επέτειοι και αφορμές για γλέντια. Κοντοζυγώνουν τα Χριστούγεννα, τα Φώτα, και ποιος ξέρει τι άλλο θα βρεθεί στην ανάγκη μας για λίγη χαρά... Συνεχίζουμε, λοιπόν, τις γαστριμαργικές περιπλανήσεις μας μέσα από τις χειρόγραφες σημειώσεις και τα αποκόμματα που φύλαγαν οι κυρίες του χωριού μας. Κρατάμε την ορθογραφία και τις ιδιαιτερότητες της γλώσσας των πρωτοτύπων. (Την πείνα μας πως θα κρατήσουμε;)
Οι δύο πρώτες συνταγές αποτελούν παραδοσιακά τηνιακά γλυκίσματα (παστέλι, «ψαράκια»). Η επόμενη (δίπλες), κρατήθηκε από ότι μας είπαν, για να μπορεί να συγκριθεί με τα παραδοσιακά «ξεροτήγανα». Γι' αυτό και προσθέτουμε την αντίστοιχη συνταγή από το βιβλίο της Νικολέττας Δελατόλλα-Φωσκόλου «Κυκλάδων Γεύσεις», ώστε να φανούν οι διαφορές. Κλείνουμε το άρθρο μας με την Πάστα Φλώρα, ένα από τα πιο κλασικά γλυκά της δεκαετίας του '60-'70. συνέχεια...
Σύκα, ντομάτες και γλυκά του κουταλιού: παραδοσιακοί τρόποι διατήρησης τροφών.
Ξερά Σύκα
Μαζεύεις τα σύκα που πέφτουν. Τα βάζεις στον ήλιο 10-15 μέρες, πάνω σε χόρτα ή βούρλα (να αερίζονται και απο κάτω για να στεγνώσουν). Τα μαζεύεις αφού γεμίσει η σελήνη (μη γελάς...). Τα φουρνίζεις λίγο, ίσα-ίσα να φουσκώσουν, να μαλακώσουν, να ροδίσουν, όχι να ξεραθούν και τα βάζεις στο κιούπι ζεστά. Οπως τα βάζεις, τα πατάς να κολλήσουν μεταξύ τους. συνέχεια...
Η Τήνος φημίζεται για την ποιότητα των προϊόντων που παράγει. Tα τυριά της είναι πολύ γευστικά (μαλαθούνι, κοπανιστή, γραβιέρα Τήνου, πετρωτά τυράκια) και το κρέας, η λούζα (που βγαίνει από το καλύτερο μέρος του χοίρου) και τα λουκάνικα που είναι ονομαστά.
Ρωτήστε ακόμη όσους δοκίμασαν πατάτες, ροζακί σταφύλι και τηνιακό μέλι να σας πουν τις εντυπώσεις τους. Όσο για τα υπόλοιπα αγροτικά της προϊόντα είναι πάντα εύγευστα, αρωματικά και αγνά (ρίγανη, κάπαρη, σύκα, σκόρδα, ρακή, κρασί).
Σε γιορτές ή παραδοσιακούς τηνιακούς γάμους θα δοκιμάσετε τα αμυγδαλωτά «ψαράκια», τα παστέλια σε φύλλα λεμονιάς (όπου κατηγορηματικά δηλώνω ότι τα πιο εύγευστα στο χωριό ήταν της Eλενάρας) και το Πάσχα θα σας κεράσουν τις περίφημα γλυκά τυροπιτάκια Τήνου. Eυκαιρία να σας δώσουμε την συνταγή! συνέχεια...
Λίγο πριν ανοίξει την πόρτα του για πρώτη φορά το Λαογραφικό Μουσείο στο παπαδικό –και δυστυχώς λίγο μετά τον θάνατο του συζύγου της– ζητήθηκε από την θεία Άννα (Άννα Ματθ. Φυρίγου σύζυγος Αντρίκου Βίδου) να γράψει κάποιες συνταγές παραδοσιακών γλυκών ώστε να μπουν στο Μουσείο του χωριού.
Η φήμη της στα παραδοσιακά τηνιακά γλυκά έκανε τους υπεύθυνους λειτουργίας του νεοσύστατου τότε Μουσείου να την παρακαλέσουν ζητώντας να τους τις γράψει έτσι όπως εκείνη ήξερε ώστε να περάσουν πια από γενιά σε γενιά...
Το μόνο που της ζήτησαν ήταν να τις γράψει με ένα σκούρο μαρκαδόρο που της έδωσαν, ώστε, να μην σβήσουν στην πάροδο του χρόνου. Της δώσανε και ένα απλό τετράδιο και της είπαν: «Θεία, όταν νιώθεις έτοιμη μας τις γράφεις». «Είμαι μεγάλη πια και όχι κοριτσάκι για συνταγές...» τους είπε. Έβαλε, όμως, χαμογελαστή τον μαρκαδόρο στην τσέπη της και έφυγε. συνέχεια...