Βωλάξ, Τήνος. Τόπος όμορφος και ζωντανός. Χωριό αγαπημένο. Μέρος που θέλουμε να προστατέψουμε και να αναδείξουμε πιο πολύ από ποτέ! Εκτιμούμε όλα όσα μας προσφέρει μέσα απ' την ιστορία και την κουλτούρα του, μέσα από την αξεπέραστη φύση και τις αξίες των ανθρώπων του...
Ακολουθήστε μας!

Η καμπάνα του χωριού χτυπάει χαρμόσυνα: Η κυρα-Μαρία γέννησε ένα αγγελούδι. Ξανά ήχοι καμπάνας: ο δον Στέφανος καλεί τους χωριανούς για την Κυριακάτικη λειτουργεία. Την Ανάσταση, κωδωνοκρουσίες και χαρές! Τα παιδιά λένε ότι την χτυπάγανε τρεις μέρες συνέχεια, για το καλό. Ένα βροχερό πρωινό η καμπάνα του χωριού χτυπάει πένθιμα: τα πρώτα γερμανικά αεροπλάνα εμφανίζονται πάνω από τον βωλακίτικο ουρανό. Ο πόλεμος τελειώνει. Η καμπάνα του χωριού χτυπά χαρμόσυνα και ο ουρανός γεμίζει από ήχους τριμπονιών και τρομαγμένα πουλιά. Χειμώνας, πάλι ήτανε, η κυρα-Μαρία πεθαίνει, πένθιμη η καμπάνα. Πριν από καιρό είχαμε γάμο. Mεθαύριο ο π. Νίκος θα μας καλέσει πάλι στην Kυριακάτικη λειτουργεία. Η ζωή μας όλη, η ιστορία μας, γύρω από από μια καμπάνα...

Ο «καμπαναριός» του χωριού

Tα παλιά χρόνια, όταν η σημερινή ενορία του χωριού αποτελούσε την εκκλησία του νεκροταφείου, δεν υπήρχε κωδωνοστάσιο ως ξεχωριστό κτίσμα. Tο 1834, επί π. Νικολάου Περπινιάν, χτίστηκε ο καμπαναριός, όπως έλεγαν, μικρότερος από τον σημερινό. Η παραγγελία μιας μεγάλης καμπάνας που κόστισε 75 κολωνάτα το 1851, οδήγησε στην ανάγκη κατασκευής ενός μεγαλύτερου κωδωνοστασίου που θα μπορούσε να την σηκώσει («Νell' anno 1851 è stato fabbricata la campana di questa chiesa Parrochiale»).

Το ποσό, μαζί με τα αγώγια της δύσκολης μεταφοράς με υποζύγια από το λιμάνι, ήταν μεγάλο και δεν έφτασε ο έρανος των κατοίκων του χωριού, με αποτέλεσμα να χρειαστεί να πωληθούν και χωράφια της εκκλησίας. Το καμπαναριό που βλέπουμε σήμερα στην ενορία είναι από εκείνο το έτος.


Όσο πιο μεγάλη και βαριά είναι η καμπάνα, τόσο πιο δύσκολα σημαίνει. Oι καμπάνες του νησιού ήταν αγορασμένες από εργαστήρια της Μικράς Ασίας και σε κάποια ορθόδοξα χωριά από την Pωσία. Στα καθολικά, οι παλιότερες ήταν από την Bενετία, αλλά είναι αμφίβολο αν έχει διασωθεί κάποια από αυτές. Σήμερα, μόνο πέντε χυτήρια κατασκευής καμπάνων υπάρχουν σε όλη την Eλλάδα, και ένα μόνο από αυτά που κατασκευάζει καμπάνες με συγκεκριμένη νότα...

Oι καμπάνες της ενορίας της Bωλάξ είναι από το χυτήριο του Bούλγαρη. Οι καμπάνες βγάζουν έναν όμορφο και χαρακτηριστικό ήχο. Eπάνω τους έχουν διάφορα floral σχέδια, την Παναγία να κρατάει τον μικρό Χριστό, και μασίφ μπρούτζινα γράμματα που ταυτοποιούν το εργαστήριο κατασκευής τους. Σίγουρα δεν είναι οι μεγαλύτερες που υπάρχουν στα καθολικά χωριά της Tήνου –άραγε τι έγιναν οι καμπάνες από το μεγάλο ενοριακό καμπαναριό με τα πολλά φανάρια που γκρεμίστηκε το 1910;

Λέγεται ότι το χωριό της Καλλονής καυχιέται ότι έχει τις μεγαλύτερες και ομορφότερες σε ήχο καμπάνες της Τήνου. Τουλάχιστον στα προηγούμενα χρόνια. Πίσω στα 1809 ο Ζαλώνης αναφέρει ότι το χωριό Κελιά «...διαθέτει την πιο μεγάλη καμπάνα του νησιού». Αυτή η καμπάνα αναφέρεται στην παλαιά εκκλησία του Αγ. Ζαχαρία αφού η σημερινή εκκλησία θεμελιώθηκε το 1832 και ευλογήθηκε το 1835. [1]
 

Πως φτιάχνεται μια καμπάνα 

Ο Χανιώτης Ερρίκος Παυλουδάκης, ένας από τους ελάχιστους τεχνίτες που μετατρέπουν τα μεταλλεύματα σε μια εύηχη καμπάνα, εξηγεί: 

«Το πρώτο στάδιο, και το σημαντικότερο βέβαια για τη δημιουργία μιας καμπάνας, είναι η δημιουργία του καλουπιού της. Το καλούπι αποτελείται από χώμα (χαλαζιακή άμμος), μπετονίτη και φούμο (χημική σκόνη από κάρβουνο), το οποίο αφού αναμειχθεί, προσαρμόζεται σε μοντέλα (αλουμινένιες κατασκευές καλουπιού) για να πάρει το κατάλληλο σχήμα της καμπάνας. Το καλούπι –και μόνο το καλούπι– στεγνώνει σε 15 μέρες. Αφού στεγνώσει, προστίθεται γραφίτης για να προφυλαχθεί το χώμα. Στο σημείο αυτό τυπώνονται στο καλούπι τα σχέδια που θα διακοσμούν την καμπάνα, όπως για παράδειγμα διάφορες αγιογραφίες και πρέπει να σημειωθεί ότι όλα γίνονται χειρωνακτικά. Το τελευταίο στάδιο για τη δημιουργία του καλουπιού της καμπάνας είναι το ψήσιμό του στο γκάζι, σε χαμηλή φωτιά, για τρεις ολόκληρες μέρες. Λειώνει το μέταλλο σε καζάνι, το οποίο είναι χαλκός με κασσίτερο σε αναλογία 60-40 ή 70-30, αντίστοιχα.

Η αναλογία αυτή των μετάλλων όπως και το πάχος της καμπάνας καθορίζουν τον ήχο της, ο οποίος είναι πάντα σε βυζαντινές νότες. Η επικινδυνότητα αυτού του σταδίου είναι μεγάλη αν αναλογιστεί κανείς ότι το μέταλλο πρέπει να ριχτεί στο καλούπι όσο είναι ακόμα ρευστό, που σημαίνει ότι διατηρείται στους 1.200 βαθμούς Κελσίου. Μία μέρα θα χρειαστεί να μείνει το μέταλλο ανάμεσα στο καλούπι και στο μοντέλο για να στεγνώσει, και στη συνέχεια, να τροχιστεί και να γυαλιστεί ώστε να ολοκληρωθεί η όλη διαδικασία. Αν, στο τέλος, δοκιμαστεί και δεν έχει τον σωστό τόνο και τη σωστή νότα καταστρέφεται και ξαναφτιάχνεται από την αρχή...»


Κάθε καμπάνα δίνει μια νότα. Το βάρος και το υλικό κατασκευής της παίζουν καθοριστικό ρόλο στον ήχο της. Παλαιότερα κωδωνοστάσια είχαν επτά καμπάνες, όσα και οι νότες: λα > 350 κιλά, σι > 260, ντο > 200, ρε > 150, μι > 105, φα > 90, σολ > 60). Τώρα έχουν μειωθεί στις τρεις. [Τα Νέα, 24 οκτωβρίου 2011]

«Θέλει τέχνη και απαιτεί κούραση να σημάνεις καμπάνα με στρόφα»

O Leotinos, δείχνει την αγάπη του για τους ήχους που βγάζουν οι καμπάνες του νησιού μας, και έχει ανεβάσει πολλά αντίστοιχα βιντεάκια στο youTube. Σε κάποιο από αυτά διαβάζουμε: 

«Στο νησί της Τήνου, όπως και στα περισσότερα νησιά των Κυκλάδων, είχε επικρατήσει ο τρόπος λειτουργίας της καμπάνας με στρόφα. Προσαρμόζανε δηλαδή, επάνω στην καμπάνα, ένα κομμάτι ξύλο, συνήθως από σταβαριά (ιτιά),  που έπρεπε να έχει συγκεκριμένο βάρος ώστε να "ζυγίζει" σωστά με την καμπάνα, για να μπορεί να βγάλει τον ήχο στο σωστό ρυθμό».

Στην ενορία του χωριού, στην δεξιά μεριά του ξύλινου σήμαντρου που κρατάει την καμπάνα, έχει αφαιρεθεί κομμάτι από το ξύλο και έχει προστεθεί σιδερένια βέργα για να βοηθάει στο κούρντισμα. Αν με τον καιρό «χαλάσει» ο τόνος της καμπάνας τότε θα πρέπει να αλλαχθεί το ύψος που βιδώνεται η σιδερένια βέργα επάνω στο σήμαντρο. (βλ. φωτό, πιο κάτω).

Aκολούθως έχουμε κάποια μικρά ηχητικά. Στα δύο πρώτα ακούμε το κάλεσμα της καμπάνας α) στην ενορία του χωριού και β) σε αντιπαραβολή, στο ξωκλήσι της Καλαμάν.

Στα δύο επόμενα έχουμε τον ήχο της καμπάνας (δικάμπανο) την ημέρα του Πάσχα: στο γ) ακούγεται ο ήχος της Ανάστασης στο χωριό μας και στο δ) ο αντίστοιχος ήχος στο χωριό του Αρνάδου. Με αυτό τον τρόπο θα αντιληφθείτε τις μικροδιαφορές –στον τρόπο χτυπήματος και στον ρυθμό– που υπάρχουν στις καμπάνες μεταξύ των ορθόδοξων και των καθολικών χωριών της Τήνου.

Κάλεσμα της καμπάνας στο χωριό Βωλάξ

ηχογράφηση: Βωλάξ 1999
διάρκεια: 0:21

Κάλεσμα της καμπάνας στο ξωκλήσι της Καλαμάν

ηχογράφηση: Βωλάξ 2008
διάρκεια: 0:12

Πανηγυρικός ήχος καμπάνας στο χωριό Βωλάξ

ηχογράφηση: Βωλάξ 2009
διάρκεια: 1:04

Πανηγυρικός ήχος καμπάνας στο χωριό Αρνάδος

ηχογράφηση: Αρνάδος 2009
διάρκεια: 1:24

Ο ρυθμός της καμπάνας

Σήμερα που η τεχνολογία μπορεί να καλύψει πάμπολλες από τις ανάγκες μας, υπάρχουν συστήματα αυτόματης κωδωνοκρουσίας σε αρκετές εκκλησίες στο νησί. Ο π. Δημήτρης Βακόνδιος, της Ιεράς Καρδίας του Χριστού στο Ξώμπουργο κατέγραψε τον Μάιο του 1998 όλα τα προγράμματα ρυθμών και ήχων για τα κωδωνοστάσια που έχουν μέχρι τρεις καμπάνες.

Από αυτές τις σημειώσεις μεταφέρουμε όλες τις παραλλαγές που μπορούν να εφαρμοστούν στην ενορία του χωριού μας:

H σημασία των χτυπημάτων

Όταν η καμπάνα χτυπούσε πολλές φορές τότε οι ειδήσεις δεν ήταν για καλό. Το μονότονο και λυπητερό νταν...νταν... νταν..., που επαναλαμβάνεται πέντε ή έξι φορές, ήταν για να αναγγείλει τον θάνατο σε ολόκληρο το χωριό. Η συνέχεια αυτού του πένθιμου ήχου συνέχιζε, ως ηχώ, στις γύρω λαγκαδιές και στα πέρα καταράχια για να μεταφέρει σε όλους το λυπητερό γεγονός. Όλοι ξαφνιάζονταν και έβγαιναν στα παράθυρα και στις αυλές, παρατούσαν τα χωράφια τους και έτρεχαν σε εκείνον που χτύπησε την καμπάνα για να μάθουν τι έγινε... Λίγα λεπτά αργότερα ολόκληρο το χωριό, με πρώτες τις γυναίκες, βρίσκονταν στο πλευρό εκείνου που έχασε τον δικό του άνθρωπο.

Όταν η καμπάνα χτυπούσε λίγες φορές τότε είχαμε χαρούμενες ειδήσεις στο χωριό. Oι δυο φορές σήμαιναν την γέννηση κοριτσιού. Όταν η καμπάνα χτύπαγε τρεις φορές, τότε είχε γεννηθεί αγόρι. Συνήθως, στην δεύτερη περίπτωση, ο πατέρας του νεογέννητου –ειδικά αν ήταν το πρώτο παιδί– ανέβαινε στο δώμα του σπιτιού του και έριχνε τρεις τριμπονιές, γιατί πίστευε ότι ο ήχος της καμπάνας δεν ήταν τόσο δυνατός για να ακουστεί η χαρά του.

Ανήμερα του Πάσχα επιτρέπεται να χτυπήσει όποιος και όποτε θέλει τις καμπάνες λόγω του χαρμόσυνου γεγονότος. Αυτή είναι και η μέρα που τα παιδιά μπορούν να δοκιμάσουν να μιμηθούν το κιοκάρισμα της καμπάνας από τους μεγάλους. Το ίδιο επιτρέπεται και τα Χριστούγεννα αλλά το κρύο της εποχής δείχνει να αποθαρρύνει τους επίδοξους κωδωνοκρούστες.


O Γιώργος και ο Δημήτρης Bίδος, έξω από άβαφο παπαδικό, με τα παλιά παντζούρια (Πάσχα 1981).

Αυτοί που χτύπαγαν την καμπάνα

Όλα τα αγόρια του χωριού ήθελαν να μάθουν να χτυπάνε γλυκά την καμπάνα. Ειδικά στις ηλικίες 18-28 τα παλαιότερα χρόνια υπήρχε μεγάλος και ιδιότυπος συναγωνισμός. Ανήμερα της Ανάστασης περίμενε ο ένας μετά τον άλλον για να δείξει τι αξίζει. Όταν κουραζόταν ο πρώτος έπαιρνε σειρά ο επόμενος, και αν κάποιος «κέρδιζε» τις εντυπώσεις, ξαναδοκίμαζαν μερικοί μήπως και αλλάξουν την εικόνα αυτή. Από την άλλη, τα κορίτσια, παρακολουθούσαν την διαδικασία και εντυπωσιαζόντουσαν με την δύναμη και τον ρυθμό των νέων. Ο δυνατός ήχος και η μεγάλη διάρκεια από τα συνεχή χτύπηματα της καμπάνας έκαναν τους μεγαλύτερους να κατευθύνονται στα σπίτια και στα γλέντια τους, την στιγμή που οι έφηβοι έμεναν ακόμη στην αυλή της εκκλησίας για να πούνε τα δικά τους. Πάντα στο παρελθόν, όταν κάποιος έφτανε 40 χρονών, άφηνε τους μικρότερους σε αυτή την «δουλειά». Αν και εφόσον δοκίμαζε ο ίδιος ήταν μόνο για το καλό της ημέρας.

Στις αρχές της δεκαετίας του '40 είχε πέσει το γλωσσίδι της καμπάνας, το μπιντόκι που λένε στο χωριό, και από τότε απαγόρευαν να βρίσκεται κανείς κάτω από το καμπαναριό («Φύ'ε απ' εκεί, θα χτυπήσ'ς»). Μέχρι να φτιαχτεί από τον Σύλλογο η περίβολος της εκκλησίας, τα σπασμένα μαρμαράκια κάτω από το καμπαναριό φανέρωναν την ημέρα εκείνη. «Ευτυχώς δεν ήταν κανείς από κάτω», θυμούνται ακόμη κάποιοι στο χωριό.


O Δημήτρης δείχνει στον μικρό Φραγκίσκο Πιπέρη
πως γίνεται το σωστό κιοκάρισμα (δεκαετία 2000).

 

Πόσους και πόσους δεν θυμόμαστε να χτυπάνε την καμπάνα από τα παλιά τα χρόνια: τον Άγγελο, τον Αντώνη τον Ντουντό, τον Νάτσιο και τον Αλέκο, τον Ταλαρά, τον Ιωσήφ της Λίζας... Και σήμερα υπάρχει ο Μάκης, ο γιος του Άγγελου, ο Iωσήφ, ο γιος του Mάκη, ο άλλος Mάκης, του Aντρίκου, ο Mπαργαλής και οι νεώτεροι, για λιγότερο χρόνο: ο Αντώνης ο Ξενόπουλος, ο Μήτσος της Εύας, τόσοι και τόσοι...

Φωτογραφίσαμε την καμπάνα μια ημέρα που φύσαγε πάρα πολύ και υπήρχε κίνδυνος να μας ρίξει κάτω...


[1] Ο π. Αντώνης Φόνσος στην ophioussa.com γράφει:

Ίσως αυτή η καμπάνα να τοποθετήθηκε προσωρινά και ίσως πρόχειρα πάνω σε ξύλα και κάποτε να έπεσε και να έσπασε. Έτσι οι Κελιανοί, που αυτή την εποχή εργάζονταν στην Σμύρνη, διενήργησαν κάποιον έρανο και αγόρασαν μια νέα καμπάνα και την στέλνουν στο χωριό τους τα Κελιά. Την πρωτοβουλία για αυτήν την ενέργεια την είχε ο μαστρο-Nικόλας Ταμπούρης. Αυτός στέλνει ένα γράμμα στον εφημέριο (καπελλάνο) των Κελιών, όπου του κάνει γνωστό ότι έχουν αγοράσει στη Σμύρνη τη νέα καμπάνα. Δεν γνωρίζει γραφή, γι’ αυτό το γράμμα το γράφει ο Τζώρτζης Μπαθράφτης. Από την Σμύρνη θέλει να μάθει που να στείλει την καμπάνα, στο λιμάνι της Χώρας ή στο λιμάνι της Κολυμπήθρας; Το γράμμα αυτό βρίσκεται στο ΑΚΤ, στο φάκελο «ανοικοδομή της Εκκλησίας του Αγίου Ζαχαρία», και λέει:

«Να δοθι εις τα χερια του καπελανου τον κελιον απι Σμιρνι εις Τινο χωριο Κελια
Εις του λογουσου αφεντι Καπελανο

Ακριβος σας χαιρετο εγο μαστρονικολας Ταπουρις φιλο τοχερισας τζιτο τιν εφκινσας κε χερετο κε ολο το χοριο κε σας στελνο τιν καπανα κε χερετισματα κε απε ολι τις Κιλιανι κε μεγαλι ανδρες κε γινεκες και θα τιλαβετε τι καπανα να μι τι βαλετε και τιν σπασετε κε κοσταρι τεσερις χιλιαδες γροσι κε να καμιτε μια ψαλτι λιτουργια με το Τετεουμ λαυταμος δια ολι τις βεργιετες του αγιου Ζαχαρια οπου αβοηθησαν κε τιν μερα οπου θα κανετε τιν λιτουργια να τιν σιμανετε τιν καπανα κε σας περικαλουν ολι ικελιανι ότι πος να καμιτε στο καπαναριο ένα φαναρι νατι βαλετε απανο να μιν τιν βαλετε απανο στα ξυλα και ξανασπασι κε ολι ιχοριανι ιπλιροσανε κε τιν φονιτις δεν κουσαμε κε του λογουσου αφτου καμιτε ενα φαναρι στο καπαναριο κε βαλτετινι να κουσετε τιν φονι στιν Χαρι του αγιου Ζαχαρια κε εμις ιμαστε φκαριστιμενι κε θα λαβετε τογραμα οπου θελι το χοριο ας τιν ξιβαρκαρι θελιτε στιν κολιπιθρα θελιτε στι χορα εχομε κλιδι σιδιρο δια να βιδονι τιν καπανα σαν να ινε ξεβιδομενι κε απανο στο χερι ινε ιβιδα κε ιαλι βιδα ινε απανο στο ξιλο τις καπανας ιγλοσα τις καπανας ινε μετιν βιδα κε να βαλονι το πετζι στο νερο ναμολαρι να μιν τις πασονι κε μιαλι οκαζιονι σας γραφομε τα εξοδατις τορα λαβετε μονο τινκαπανα χερετουμε κε ολι τις παπαδες του χοριου κε τζιαγι χερετοσας κε εγο οπου γραφω Ζορζις του ποτε γιανι παθραφτι ογιος 1840 νοεβριου 5».


Η Καμπάνα τελικά έφτασε στην Τήνο και την ξεφόρτωσαν στην Κολυμπήθρα: «έδωσα εις τον Πλοίαρχον [...]
δια την Καμπάνα όπου έφερε από
μίρνι εος την Κολιμπιθρα
δραχμάς ενετκα λεπτα σαραντα νο 11:40»

 

Για την μεταφορά: Nίκος 03/2016

Μοιραστείτε το