Η Ειρήνη ποτέ δεν αντιμετώπισε την άνοιξη ως αυτοτελή εποχή. Ούτε και το φθινόπωρο. Και τα δύο γι αυτήν ήταν περάσματα, μεταβάσεις. Για την Ειρήνη υπήρχαν μόνο δύο εποχές: Καλοκαίρι και Χειμώνας.
Σε κάποιους η άνοιξη δηλώνει την αναγέννηση της φύσης. Η Ειρήνη δεν ενδιαφερόταν για τα χρώματα των λουλουδιών, για τα μεθυστικά αρώματα. Για κείνην τα πράγματα ήταν ξεκάθαρα: πέρασμα ήταν η άνοιξη, μέχρι να έρθει το καλοκαίρι. Αυτό, τίποτε άλλο. Το ίδιο και το φθινόπωρο. Ένας απλός μετασχηματισμός ήταν, ένα χάσιμο χρόνου, μια περιττή φθορά μέχρι να εμφανιστεί ο χειμώνας, με τις γνώριμες βροχές και το τσουχτερό του κρύο.
Η ζωή της Ειρήνης ήταν σύντομη. Έζησε μόλις 6 χρόνια. Γεννήθηκε καλοκαίρι και έφυγε χειμώνα, χειμώνα του 1699. Πολύ πίσω. Πολύ γρήγορα… Δεν της άρεσαν οι μεταβάσεις, τις σιχαινόταν. Η Ειρήνη —η μικρή Ρηνούλα— δεν έζησε τη διαδικασία, δεν την πρόλαβε. Πέρασε κατευθείαν στο αποτέλεσμα. Μονοκοντυλιά.
ΥΓ. Με τη μικρή Ειρήνη, κόρη κάποιυ Γιώργη (που δεν γνωρίζουμε το επώνυμό του), πρέπει να κλείνει το παλαιότερο βιβλίο Θανάτων του χωριού, ένα βιβλίο που δεν κατάφερε να φτάσει μέχρι τις μέρες μας. Μόνο τη πληροφορία για το θάνατο της Ειρήνης ξέρουμε και αυτή από ιδιωτικό έγγραφο. Ο επόμενος Κώδικας Θανάτων της Βωλάξ ξεκινάει από το έτος 1700. Η πρώτη που φεύγει στον νέο αιώνα (Νοέμ. 1701) είναι η Μαργιά, σύζυγος του Γιακουμή του Αντωνόπουλου.
Μοιραστείτε το