Αποσύρομαι από την πραγματικότητα αθόρυβα, κάτω από τ’ αστέρια, ξυπόλητος, όπως το Μαρκάκι όταν ήταν παιδί ή ό Άγγελος, που έβγαινε κρυφά τα βράδια από το σπίτι για να καπνίσει τον ύπνο, βήχοντας πότε-πότε.
Μαζεύομαι κάτω από τον έναστρο ουρανό, μέσα στο φώσφορο του χρόνου, όπως ο Μπόρτουλας, που θυμούνται οι παλιοί, μονάχος του στη σκοτεινή στιγμή, αφύλακτος, με το μνημονικό στραπάτσο, να ανάβει φωτιές από τσουκνίδες, εκεί, που σήμερα είναι το γήπεδο του μπάσκετ, ή και πιο πέρα, στα μακρινά φυλάκια του χωριού, ποιος ξέρει για ποιο λόγο…
Και τις ίδιες νύχτες, στο σήμερα πιά, πιστά στο καλοκαιρινό ραντεβού τους τ’ αστέρια, σαν να έχουν μαζευτεί όλα επάνω από τη Βωλάξ, φωτίζοντας όχι μόνο την νύχτα μα και τα αφανή πλάσματα της ημέρας. Ρίχνουν φως στα πίσω χρόνια, λούζουν τις ζεστές πέτρες του Απλώματος και, ειδικά φέτος, παραλίγο να κάψουν τον φωτογραφικό φακό του Νίκου, που είναι πάντα εκεί, δίπλα, για να φυλάξει με προσοχή τις γλυκιές μας αναμνήσεις. Αναμνήσεις που ξεκινούν τον Αύγουστο και τελειώνουν με τα πρωτοβρόχια του Σεπτέμβρη. Γλυκιές αναμνήσεις που υπάρχουν επειδή κάποτε τελειώνουν.
Aυτός είναι, άλλωστε, ο λόγος που λέμε «αναμνήσεις του καλοκαιριού»: για να τις ξεχωρίζουμε από τη βαρετή καθημερινότητα και τις δυσκολίες των τριών άλλων εποχών του χρόνου, οι οποίοι είναι επικίνδυνοι γιατί έχουν την τάση να μην περιορίζονται σε μια και μόνη εποχή, αλλά εξαπλώνονται και στις υπόλοιπες... Τίποτα δεν μας πειράζει: Οι αναμνήσεις του καλοκαιριού συνεχίζονται και το επόμενο καλοκαίρι, κάθε καλοκαίρι, και τις θυμόμαστε με μεγαλύτερη ένταση όταν περάσει ο καιρός.
Το Αύγουστο μαζευόμαστε. Ρωτάμε πότε θα έρθει ο ένας, πότε ο άλλος, σήμερα το βράδυ, αύριο με το πρωινό, πότε επιτέλους θα μαζευτούμε; Αγωνιούμε και παίρνουμε απουσίες. Είμαστε όλοι ατελείς και η ένωση της ομάδας γκρεμίζει αυτές τις ατέλειες.
Και όταν μαζευτούμε όλοι, μαζί, φαινόμαστε ισοδύναμοι των μεγάλων βασιλέων, και σιγά-σιγά ησυχάζουμε και ξαναγυρνάμε στην κρυμμένη παιδικότητά μας: αρχίζουν τα χαμόγελα, οι αγκαλιές, το «πότε ήρθατε» —για να σιγουρευτούμε ότι δεν έχουμε χάσει ούτε ένα λεπτό—, ασχέτως αν ο χρόνος λάμπει πάντοτε απαθής ολόγυρά μας. Ή, πιο σωστά, είμαστε εμείς οι χαμένοι μέσα του.
Από τη στιγμή αυτή ξεκινάει η «συγγραφή» του βιβλίου των καλοκαιρινών αναμνήσεων, και όλοι γινόμαστε πιο πλούσιοι κι απλώνουμε την ύπαρξή μας στα βράχια της περιοχής, οι πιο μεγάλοι, και στα κοντινά αστέρια, τα μικρότερα παιδιά.
Και επειδή όλα αυτά που ζούμε μοιάζουν με ψέμα, ειδικά τις κρύες νύχτες του χειμώνα, έρχονται οι φωτογραφίες του Νίκου για να επιβεβαιώσουν τα γεγονότα και να μας θυμίσουν πως τα στρογγυλά βράχια δεν είναι φτιαγμένα από μαλακό χαρτόνι, πως τα τζιτζίκια δεν είναι ηχογραφημένος ήχος, και πως ο Γιακουμής, κυκλωμένος κι αυτός από φως ανεξήγητο, όντως έφυγε ένα πρωινό και πάει να συναντήσει τη δική του παρέα, εκεί ψηλά.
Το καλοκαίρι που μας πέρασε παίξαμε το παραδοσιακό Παλέρμο. Ξανά και ξανά. Ολυμπιακό άθλημα για το χωριό. Παλέρμο που ξημέρωνε σε κάθε πιθανό μέρος: Στο γήπεδο, στο παπαδικό, στην αυλή της εκκλησιάς, έξω από τη σαχριστία… Μα να που ο/η δολοφόνος τρέχει ακόμα σε τόπο τρομερό, με τα σκυλιά ξοπίσω του και με το δίκιο των πολλών στ' αυτιά του, ενώ ο γιατρός, με πειραγμένο το φιλότιμο, αναρωτιέται —άλλη μια φορά— γιατί τον σκότωσαν τόσο νωρίς…
Μια αξέχαστη στιγμή ήταν η ημερήσια εκδρομή στην Καλαμάν: Ξεκίνησε με το καθάρισμα του παλιού μονοπατιού και συνεχίστηκε με την «ανακάλυψη» των γύρω τόπων και με αέναες συζητήσεις για το πως πρέπει να κλαδευτούν τα πεύκα των χειμώνα… Ώρα μεσημεριού. Πικ-νικ που έφτιαξαν οι κοπέλες της ομάδας και προς το τέλος, παιδικά (και όχι μόνο) τραγούδια και πολλά-πολλά παιχνίδια: μανταλάκια, μακριά γαϊδούρα, κυνηγητό και αυτό που μας έδειξε ο Μήτσος: Πως μπορούν να λυθούν δυο άτομα που μεταξύ τους έχουν δεμένο το ένα τους χέρι. Γελάσαμε, νοσταλγήσαμε, είπαμε να επαναληφθεί και του χρόνου. Τα πράγματά μας και φύγαμε. Η επιστροφή στο χωριό γεμάτη γέλια και χαρές. Ρίχνω μια τελευταία ματιά και βλέπω ως πέρα, μακριά, το ξωκλήσι των θρύλων (και των γέλιων). Οι μαγικοί αριθμοί θα λήξουν όπου νά ’ναι...
Η αποθήκη, το γκαράζ και τα δωμάτια των παιδιών γέμισαν με πράγματα που δεν τα χρησιμοποιεί κανένας στην οικογένεια… Κάθε είδους αντικείμενα που παραμένουν «νεκρά» και ξεχασμένα σε κάποια γωνιά του σπιτιού, αναζήτησαν μια δεύτερη ευκαιρία στο bazaar του καλοκαιριού. Παλαιά παιχνίδια και φωτογραφίες, αμερικάνικα συλλεκτικά κόμικς, βιβλία και γραμματόσημα, βινύλια μουσικής και ταινίες σε vhs και dvd, αντικείμενα σπιτιού, ρούχα, κοσμήματα και δεκάδες άλλα μικροαντικείμενα βρήκαν μια δεύτερη ζωή!
Το παπαδικό έπρεπε να αδειάσει και να καθαριστεί. Το βράδυ —αυτό, κάποιο άλλo;— προβάλαμε κινούμενα σχέδια για τα μικρά παιδιά. Ακολούθησε θερινός κινηματογράφος, στην πλατεία της εκκλησίας: Cinema Paradiso. Όταν ο τίτλος μιας ταινίας κουμπώνει με την πραγματικότητα που βιώνουμε...
Άστρα της άρκτου, μακρυνά, σε μια ακόμη βραδιά, στο θέατρο αυτή τη φορά, που γέμισε με μουσική και τραγούδια. Ψηλά στον ουρανό, μελωδίες γνώριμες, με επιτάχυνση στις χαμηλές στροφές, τραβάνε το φεγγάρι στην γνώριμη τροχιά του. Μπράβο σε όλους —και κυρίως στη Ναυσικά, που σε κάποια προηγούμενη ζωή της ζούσε σε αυτά τα μέρη!
Και πόσα άλλα ακόμη...
Ξυπνώ μέσα στον ύπνο μου, καλόκεφος. Σε χρόνο παρελθόντα.
Kαλό αποκαλόκαιρο σε όλους!
Στήλη: HELLO!
Tags: 2021, καλοκαίρι, εκδηλώσεις, 1 σχόλιο
Ενα σχόλιο