Βωλάξ, Τήνος. Τόπος όμορφος και ζωντανός. Χωριό αγαπημένο. Μέρος που θέλουμε να προστατέψουμε και να αναδείξουμε πιο πολύ από ποτέ! Εκτιμούμε όλα όσα μας προσφέρει μέσα απ' την ιστορία και την κουλτούρα του, μέσα από την αξεπέραστη φύση και τις αξίες των ανθρώπων του...
Ακολουθήστε μας!

Tο τρομακτικότερο φίδι στις βωλακίτικες ιστορίες είναι αυτό που ονομάζεται όφιος. Όταν αυτό σηκώνεται όρθιο, στο ύψος του ανθρώπου, «υπάρχει περίπτωση να σε καταπιεί»!

Σύμφωνα με τα επιστημονικά βιβλία ο όφιος είναι ένα μη δηλητηριώδες φίδι με εντυπωσιακή μορφή που ξεπερνάει τα 2m (χαρακτηρίζεται ως «επιμήκες και ανεξίκακον»). Το χρώμα του είναι προς το καφέ, και όχι τόσο γκρι όσο της οχιάς (θυμίζω ότι στο χωριό όταν λένε «φίδι» εννοούν την οχιά και όχι άλλο είδος ερπετού). O όφιος λοιπόν, σφίγγει ο θύμα του σαν μικρότερος βόας και καταπίνει από πουλιά και αρουραίους μέχρι ολόκληρους λαγούς...

Στις ιστορίες των πρεσβυτέρων ο όφιος παίρνει συχνά μυθικές διαστάσεις. Kαι αν και ελάχιστοι τον έχουν αντικρύσει, όλοι έχουν και κάποια ιστορία να διηγηθούν...

Την πιο παλιά αναφορά τη βρίσκουμε στο έμμετρο βιβλίο του εκ Σκαλάδου ιερέα Νικόλαου Περπινιάν, Όθων και Αμαλία - Ύμνοι Β΄ [1854]. Στους στίχους του διαβάζουμε: «Ήταν γιατί έφεραν κρυφά το φοβερό το φίδι που φώλιαζε στα σκιερά της Μεσαριάς τα δάση, κείνον τον όφιο, το κακό τέρας για τους ζευγάδες»...

Τα παλιά τα χρόνια, ο συγχωρεμένος ο Γιωργούλας, μιλώντας για τον πατέρα του τον Μάγγο, έλεγε ότι πέτυχε έναν όφιο στο Καμπί. Μόλις το θεόρατο ερπετό τον αντίκρυσε τον κοίταξε έντονα και σηκώθηκε όρθιο. O Mάγγος τρόμαξε και πήρε γρήγορα το μονοπάτι προς τα κάτω. O όφιος έλεγε πως τον κυνήγησε σχεδόν μέχρι την Παναγία της Καλαμάν!

Τελευταία φορά (χρονικά) με κάποιον που το αντίκρυσε στη Βωλάξ –από όσες ιστορίες έχω ακούσει– ήταν γύρω στο 1981. Ο ραβδοσκόπος Μάρκος ή Ζάχος από τα Μοναστήρια είχε σταλεί από τον Σύλλογο στην περιοχή της Τράχης για να βρει αν υπήρχαν κοιτάσματα νερού. Εκεί που έψαχνε, αντίκρυσε σ' ένα τοίχο, έναν όρθιο όφιο! Από μέσα του σκέφτηκε «πάει, μέχρι εδώ ήταν... τελείωσα» και έφυγε όσο πιο γρήγορα γινόταν...

Ο Τηθύς σε ένα κείμενό του στο ιστολόγιο ophioussa.blogspot.com είχε γράψει τα εξής: «Ο συχωρεμένος γερο-Πλαστήρας από το Αγάπη είχε πιάσει φιλίες με ένα όφιο. Κάθε απόγευμα όταν πήγαινε να αρμέξει τις αγελάδες στη Γρίζα, του άφηνε και λίγο γάλα σε ένα πιατάκι. Μετά από καιρό ο όφιος άρχισε να συνηθίζει (περίεργο βέβαια για ερπετό) και κάθε απόγευμα την ίδια ώρα περίμενε κοντά στο ντούκτο τού περιστεριώνα για τον απογευματινό μεζέ, μετά από καιρό ήρθε κι άλλος ένας –μάλλον θα ήταν ζευγάρι. Ποτέ δεν τους πλησίασε από πολύ κοντά αλλά τους έκανε χάζι έτσι μεγάλοι που ήταν. Αυτό μου διηγήθηκε ο γιος του πριν από ένα χρόνο περίπου».

Kαι συνεχίζει: «Από τους παλαιότερους φίλους μου, μερικοί έχουν δει, μερικοί υποψιάζονται που μπορεί να έχει. Διασταύρωσα τα εξής, Είναι μεγάλο, 2 μέτρα, καφετί με με σκούρες βούλες, όχι ασημί, κάτι σαν σμέρνα είπε κάποιος που έχει δει σμέρνα. "Χοντρό σαν χέρι" (και το χέρι αυτού που μου το είπε είναι λίγο διπλάσιο από το δικό μου). Μεγάλα μάτια, "εξόφθαλμο". Τι να σας πω...Περπατάω τα βουνά και τα λαγκάδια [...] έχω κουβεντιάσει με πολλά από τα τηνιακά ζωύφια, έχω δει καβούρια σε λαγκάδι σε υψόμετρο 500 μέτρων, νυφίτσα να κουβαλάει αρουραίο τριπλάσιο από αυτήν, [...] λαφίτη να τρώει κωλοσαύραδο, οχιές να ερωτοτροπούν, λαγό να με κοιτάει με απορία... Όφιο δεν έχω δει, και από ότι λένε, αν δω, μάλλον δεν θα συγκεντρωθώ στο να βγάλω φωτογραφία...»

Μοιραστείτε το