Βωλάξ, Τήνος. Τόπος όμορφος και ζωντανός. Χωριό αγαπημένο. Μέρος που θέλουμε να προστατέψουμε και να αναδείξουμε πιο πολύ από ποτέ! Εκτιμούμε όλα όσα μας προσφέρει μέσα απ' την ιστορία και την κουλτούρα του, μέσα από την αξεπέραστη φύση και τις αξίες των ανθρώπων του...
Ακολουθήστε μας!
Γλωσσάριο λατινικών όρων

Κάποιοι από σας, μάς ζητήσατε να σας εξηγήσουμε τι ακριβώς είναι οι λεγόμενοι «κώδικες της Βωλάξ» οι οποίοι εμφανίζονται, εν είδη ιστορικής πηγής, στις πληροφορίες για το χωριό, αλλά αναφέρονται συχνά στην ιστοσελίδα μας.

Στα χρόνια της Αρχαίας Ρώμης, ο όρος βιβλίο αναφερόταν συνήθως σε έναν ή περισσότερους παπύρινους κυλίνδρους. Σπανιότερα, τη θέση του πάπυρου έπαιρναν περγαμηνές, που αποκαλούνταν διφθέρες, δέρματα και μεμβράνες. Ο Απόστολος Παύλος, σε μια επιστολή του [Β' Τιμ. 4:13] ζητούσε να του φέρουν τα βιβλία του –και μάλιστα αυτά που ήταν γραμμένα σε μεμβράνες.

Για να μπορούν να διαβαστούν οι κύλινδροι έπρεπε βεβαίως να είναι γραμμένοι μόνο από τη μία πλευρά. Με το αριστερό χέρι ξετυλίγονταν και με το δεξί τυλίγονταν. Στο τέλος της ανάγνωσης, βρίσκονταν τυλιγμένοι ανάποδα, έτσι ώστε, έπρεπε να αντιστραφεί η διαδικασία ώστε είναι και πάλι διαθέσιμοι.

Γι αυτό τον λόγο, ένας κύλινδρος δεν μπορούσε να είναι ιδιαίτερα ογκώδης, με συνέπεια τα εκτενέστερα συγγράμματα να χρειάζονται κάποτε αρκετούς τόμους, δηλαδή κυλίνδρους. Για παράδειγμα, το έργο του Aθήναιου Δειπνοσοφιστές ήταν γραμμένο σε 15 βιβλία, δηλαδή σε 15 κυλινδρικούς παπύρους.

Για λόγους λογιστικής, οι Pωμαίοι εφηύραν το codex, δηλαδή πλάκες που εξάγονταν από τη φλούδα των δέντρων και επεξεργάζονταν έτσι ώστε η μία τους όψη να είναι ανάγλυφη. Στην εσωτερική πλευρά έχυναν λιωμένο κερί, πάνω στο οποίο, μετά τη στερεοποίηση του κεριού, μπορούσαν να χαράξουν γράμματα ή αριθμούς με μία αιχμηρή γραφίδα. Oι πλάκες αυτές ενώνονταν με κορδόνια ώστε να σχηματίζουν ένα είδος βιβλιαρίου, και από τον αριθμό των πλακών ονομάζονταν δίπτυχα, τρίπτυχα, πολύπτυχα. Δεν επρόκειτο για σπουδαίο σύστημα, ήταν όμως πρακτικό ως προς τον σκοπό της συντήρησης.

Aπό τον 2ο μ. X. αιώνα, αυτό το σύστημα ενισχύθηκε οριστικά από τη χρήση του φλοιού της φιλύρας (liber), που παραμέρισε ακόμα και στην καθημερινή ομιλία τον όρο codex. Tο liber (απ' όπου και libro: βιβλίο) σημαίνει ακόμα και σήμερα μία μεμβράνη που βρίσκεται αμέσως κάτω από την φλούδα των δέντρων (όπως ο πλάτανος, η φτελιά, η φιλύρα, που είναι τα πιο κατάλληλα για το σκοπό αυτό), την οποία μεμβράνη επεξεργάζονταν και αποξήραιναν προκειμένου να χρησιμοποιηθεί ως υπόστρωμα γιατη γραφή.

Οι πρώτοι χριστιανοί χρησιμοποιούσαν και αυτοί κατά κανόνα πάπυρους, αλλά αντί να τους τυλίγουν σε κύλινδρο, τους έκοβαν σε τεμάχια τα οποία τα έδεναν όλα μαζί από τη μια πλευρά, όπως γίνεται με τα σημερινά βιβλία. Μέχρι τότε, η πρακτική αυτή συνηθιζόταν μόνο για πρόχειρα σημειωματάρια. Το διάβασμα απαιτούσε το γύρισμα των φύλλων, τα οποία γράφονταν πλέον και από τις δύο πλευρές (εξοικονομώντας έτσι το ακριβό υλικό της γραφής). Η τεχνική ονομασία για τα σώματα αυτά με το νέο δέσιμο, ήταν «κώδιξ», μια λέξη δανεισμένη από τo  codex των Pωμαίων –την οποία σπανίως χρησιμοποιούσαν οι ελληνόφωνοι. Συνήθως είχαμε άλλες μεθόδους γραφής και βιβλιοδεσίας: διφθέρας, βιβλία, πινακίδας, κωδικέλλους, σελίδας κ.λπ.

Το πιο παλιά, χειρόγραφα φυσικά, βιβλία –«κώδικες» ας τους λέμε– που έχουν διασωθεί για το χωριό είναι του 1849 και τα οποία τα έγγραφαν επίσκοποι ή νοτάριοι (εγγράμματοι λαϊκοί). Αυτά, λοιπόν τα βιβλία τα καλούμε κώδικες, και φυλάσσονται στην Καθολική Αρχιεπισκοπή.

Η ονομασία Κώδικας  είχε τη λογική του δημόσιου κατάστιχου, του βιβλίου της δημόσιας καταγραφής. Kάθε συλλογή νομοθεσίας που αναφέρεται σε ίδιο κλάδο δικαίου φέρει αυτή την ονομασία π.χ. Ποινικός Κώδικας, Αστικός Κώδικας κ.α. Επειδή όμως, τα αρχαιότερα κείμενα των Ευαγγελίων ήταν κώδικες, συνηθίσαμε (εκτός από τα νομικά βιβλία) να ονομάζουμε έτσι και τις καταγραφές των μοναστικών ιδρυμάτων και της Εκκλησίας που ήταν γραμμένες με τον ίδιο τρόπο.

Για την ιστορία, να πούμε ότι κατά τον 7ο μέχρι τις αρχές 8ου αιώνα όσα κείμενα χάθηκαν –κυρίως αρχαία κλασικά– δεν (όλα) θύματα κάποιου διωγμού αλλά συνέβη αυτό λόγω του μειωμένου αναγνωστικού ενδιαφέροντος των εν λόγω κειμένων, σε μια εποχή που η περγαμηνή ήταν υλικό εξαιρετικά πολύτιμο. Έσβηναν με όποιον τρόπο μπορούσαν τα κείμενα που υπήρχαν και έγραφαν επάνω τους καινούργια. Οι περγαμηνές και οι πάπυροι αυτοί, έγιναν γνωστοί ως παλίμψηστα.

Στα παλίμψηστα που σώζονται, φαίνεται να έχουν σβηστεί έργα του Πλαύτου, του Πλίνιου, του Κικέρωνα κ.α., ενώ, μόλις πρόσφατα διαβάστηκε το ξακουστό Παλίμψηστο του Αρχιμήδη με τρεις πραγματείες του (μεταξύ αυτών: Περί των Μηχανικών Θεωρημάτων και Περί των Επιπλεόντων Σωμάτων) και το οποίο είχε σβηστεί λόγω έλλειψης χάρτου...

 

Πηγή πληροφοριών υπήρξαν:
Bαλεντίνο ντε Kάρλο, «H θαυμαστή ιστορία του βιβλίου», Δελφίνι1995
Δημήτρης Ι. Κυρτάτας, «666: ο Αριθμός του Βιβλίου», Άγρα 2010
el.wikipedia.org

Για τη μεταφορά maggie_06.15

Μοιραστείτε το