Ξεκινώντας –ποιος ξέρει πότε ακριβώς [1]– σαν αντρική οικογενειακή χειροτεχνία, η καλαθοπλεκτική, ξεπέρασε την περιστασιακή μορφή της και έφτασε να συμπληρώνει τους κλάδους βιοτεχνίας του νησιού! Είμαστε ικανοποιημένοι γιατί πίσω από αυτή την τέχνη, βρίσκουμε τους κάτοικους του χωριού μας.
Tο ελληνικό National Georgaphic ασχολήθηκε με την καλαθοπλεκτική του χωριού Βωλάξ Τήνου σε μια εποχή που τα καλάθια απέκτησαν περισσότερο διακοσμητικό παρά χρηστικό ρόλο [Δεκέμβριος 2000], εφόσον υποκαταστάθηκαν από το πλήθος των φτηνών πλαστικών και γυάλινων βιομηχανικών σκευών, με αποτέλεσμα η άλλοτε (βιοτεχνική θα λέγαμε) παραγωγή ειδών καλαθοπλεκτικής έχει περιοριστεί σε σημαντικό βαθμό. Παρ' όλα αυτά, στο «χωριό της καλαθοπλεκτικής», η παράδοση αιώνων συνεχίζεται και σήμερα.
Όπως μας πληροφορεί ο γιατρός Μαρκάκης Ζαλλώνης, ο οποίος είχε φύγει από το νησί της Τήνου το 1793, «Εις Βώλακα, χωρίον εκτισμένον εντός των βράχων εν μέσω γης ανεπιτηδείου προς καλλιέργειαν. Οι κάτοικοι είναι καθολικοί και δεν έχουσιν έτερον επάγγελμα ή την καλαθοποιίαν». [Marcaky Zallony Voyage à Tinos: L’une des îles de l’ Archipel de la Grèce, Paris 1809 - Απόδοση: Δ.Μ. Μαυρομαρμαράς, 1888, σελ.26]. Συνεπώς, δεκαετίες πριν την Ελληνική Επανάσταση του 1821, οι κάτοικοι της Βωλάξ είχαν ως κύριο επάγγελμα την καλαθοποιία. Ο καλαθοπλέκτης Αλέκος Φυρίγος ισχυρίζεται ότι το τρισέτο που χρησιμοποιεί (βασικό εργαλείο κατασκευής καλαθιών), είναι τουλάχιστον 300 χρόνων και περνάει από γενιά σε γενιά! Αιώνες κρατάει και ο μύθος της Παναγίας της Καλαμάν (προσοχή στην... ονομασία) που προστάτεψε τους κατοίκους του χωριού από επίθεση των πειρατών. Οι κατοίκοι, κλεισμένοι στο ομώνυμο εκκλησάκι, προστατεύτηκαν από την αειπάρθενο Μαρία αφού ύψωσε πυκνά καλάμια που κάλυψαν τον χώρο. βλ. ιστορία της Καλαμάν, εδώ.
Ο Φλωράκης αναφέρει για τα καλάθια, το 1973, ότι «τα προϊόντα αυτά κάλυπταν αρχικά μόνο τις ανάγκες του νησιού, όμως μετά την ανεύρεση της εικόνας της Μεγαλόχαρης, το 1823, και τον αναπροσανατολισμό της ντόπιας βιοτεχνίας προς το εμπόριο, ένας μεγάλος αριθμός –βασικά μόνο μικρών καλαθιών και μικρών πανεριών– απευθύνεται στην προσκυνηματική κίνηση του καλοκαιριού». Η ώθηση ήταν πραγματικά μεγάλη. Ο καλαθοπλέκτης Αλέκος Φυρίγος έλεγε ότι στα χρόνια του πατέρα του υπήρχαν στο χωριό 30 καλαθάδες...
O Γεωργαντόπουλος γράφει στα Τηνιακά του, για τα καλάθια και τα κοσμήματα με χάντρες που πουλούσαν στον εμπορικό δρόμο της Παναγίας –και όχι μόνον: «μάλιστα δε οι των Δύο Χωρίων (σσ. εδώ κάνει λάθος εκ παραδρομής. Εννοεί φυσικά την Βωλάξ, αφού υπάρχουν και προγενέστερες μαρτυρίες), εκ της δια καλάμων κατασκευής κοφίνων και καλάθων, αρκετά δε και εκ της δι' αχύρων κατασκευής παντοειδών κανίστρων και καλαθίσκων. Πολλές δε γυναίκες της πόλεως, εκ της δια χαράδρων = χάνδρων–perles de verre, κατασκευής σειραδίων–cordonnets και άλλων ποικίλων χειροτεχνημάτων, ταύτα δε ως και τα προρρηθέντα κάνιστρα και καλαθίσκοι αγοράζονται μετά πόθου από τους εκ Σύρου και αλλαχόθι εκάστοτε προσερχομένους, κυρίως δε από τους συρρέοντας κατά τας εορτάς (σσ. 30.01, 25.03, 15.08, 18.12) της πολιούχου εικόνος. Οι κόφινοι δε και κάλαθοι πέμπονται αδιακόπως εις Σύρον χάριν εμπορίου». [Επαμ. Γεωργαντόπουλος, Τηνιακά ήτοι Αρχαία και Νεωτέρα Γεωγραφία και Ιστορία της Νήσου Τήνου, 1889, σ.24] Πραγματικά, η Τήνος με την γειτονική Σύρο, είχαν συνεχείς εμπορικές συναλλαγές και το ένα νησί προμήθευε το άλλο με διάφορα προϊόντα, μεταξύ αυτών και καλάθια. Το ίδιο συνέβαινε και παλαιότερα με την Σμύρνη: «Στις αρχές του 20ού αιώνα, 3.000-4.000 καλαθάκια φορτώνοντο για την Σμύρνη, κάθε εβδομάδα (σσ. ο αριθμός είναι υπερβολικός, αλλά φανερώνει την ζήτηση που υπήρχε σε αυτό το είδος λαϊκής τέχνης. Λογικά πρέπει να ήταν 700-900 καλάθια την εβδομάδα), για να τοποθετηθούν σ' αυτά νωπά σύκα της Σμύρνης, που προορίζοντο για τις Ευρωπαϊκές αγορές». [Γεωρ. Γιαγκάκη, Εγκόλπιο της Νήσου Τήνου, 1995, σ.30]
Περαστικοί και έμποροι στη Ερμούπολη, στην οδό Χίου. Τα βωλακίτικα
καλάθια είναι γεμάτα προϊόντα (1911).
Γνωρίζουμε –και από διηγήσεις των κατοίκων– ότι η Κωνσταντινούπολη ήταν ένας άλλος τόπος πώλησης πολλών καλαθιών, τα παλιά χρόνια. Αυτό γιατί, στην Πόλη, πωλούνται όλων των ειδών τα μπαχαρικά, αποξηραμένα φρούτα, αφεψήματα, βότανα και χιλιάδες άλλα προϊόντα της φύσης σε καλάθια (και βαρέλια). Πέρα, όμως, από τις εμπορικές και καθημερινές ανάγκες που κάλυπταν τα καλάθια στην Κωνσταντινούπολη, ερχόντουσαν από τον ιερό τόπο της Μεγαλόχαρης, εντείνοντας την «χριστιανικότητα» στο συλλογικό υποσυνείδητο: Όπως είναι γωστό, όταν ο Μέγας Κωνσταντίνος, ο πρώτος χριστιανός Βασιλεύς, κατέλαβε τη πόλη του Βυζαντίου έκτισε σ' αυτή πολύ μεγαλύτερη πόλη δίνοντάς της αμέσως το όνομά του Κωνσταντινούπολη. Όταν τελείωσε τη περιτείχιση και καθόρισε τους χώρους των δημοσίων κτιρίων και εκκλησιών αφιέρωσε τη πόλη στην Θεοτόκο.
Κατά τη χριστιανική παράδοση ο Αυτοκράτορας θέλοντας να ευχαριστήσει τον Θεό, που τον αξίωσε σ΄ αυτό το έργο, στις 11 Μαΐου του 330 τέλεσε λιτανεία με προεξάρχοντα τον τότε επίσκοπο Αλέξανδρο και με την πάνδημη συμμετοχή του λαού. Ακολούθησαν επίσημες τελετές και αγώνες και ο λαός ανήλθε ακριβώς έξω από τα αρχαία τείχη (γνωστός ως Φόρος του Κωνσταντίνου) όπου εκεί έστησε τον ανδριάντα του Αυτοκράτορα. Στο βάθρο του ανδριάντα τοποθέτησαν 12 καλάθια, εντός των οποίων φέρονταν τεμάχια άρτου από αρτοκλασία. Έκτοτε καθιέρωσε η Εκκλησία να εορτάζει κατ' έτος την αυτή ημέρα την ανάμνηση εκείνης της εορτής (γνωστή ως Γενέθλιον της Κωνσταντινουπόλεως) [Ελληνική Βικιπαίδεια]
Ας ξαναγυρίσουμε, όμως, στο χωριό. Ο Μωραϊτης γράφει: «[Έχουμε] χρέος, όμως, να σταθούμε στο φαινόμενο των καλαθάδων και της καλαθοπλεκτικής. Η τέχνη που, από δεκαετίες, είναι αποκλειστικά το κύριο επάγγελμα των Βωλαξιανών –μοναδικοί σε ολόκληρο το νησί– με μόνη εξαίρεση σε κάποια εποχή την Ποταμιά, σε πολύ μικρό βαθμό». Εδώ, ο Μωραϊτης έχει δίκιο, μόνο που δεν γνωρίζει ότι ο καλαθοπλέκτης από την Ποταμιά, είχε συγγενικούς δεσμούς με το χωριό μας... Το ίδιο ίσχυε και για μια εποχή με τον καλαθά Αντώνη Παλαμάρη ή Κούρκο από την Στενή, όπου παντρεύτηκε την Αλεξάνδρα Φυρίγου από το χωριό Βωλάξ, και έμαθε να φτιάχνει καλάθια από τον πεθερό του.
Η αλήθεια είναι ότι οι κάτοικοι της Βωλάξ –παράλληλα με τις εργασίες τους ως γεωργοί και κτηνοτρόφοι– ήταν οι μόνοι σε όλο το νησί που έφτιαχναν καλάθια. Στα χρόνια της κατοχής από τους γερμανούς, αναγκάστηκαν και έμαθαν να κάνουν καλάθια και τα διπλανά χωριά του Αγαπίου (Σέλινος, Καραμανλής, Τομπόλας και Μπανγκιός) και του Σκαλάδου (Καραμελάδες). Όχι, όμως, για να έχουν έσοδα από τις πωλήσεις των ειδών καλαθοπλεκτικής, αλλά για να εξυπηρετήσουν της προσωπικές ανάγκες μεταφοράς και αποθήκευσης κάθε λογής προϊόντων. Εξάλλου, τα βωλακίτικα καλάθια «είναι πιο στέρεα και περισσότερο προσεγμένα, γεγονός που οφείλεται στο ότι εδώ δεν πρόκειται για χειροτεχνία με στόχο την κάλυψη οικογενειακών αναγκών, αλλά για ειδικευμένη βιοτεχνική απασχόληση ενός ολόκληρου χωριού». [Αλ. Φλωράκης, περ. Άνθρωπος, 1976, σ.127]
Πέρα όμως από τις γραπτές αναφορές έχουμε και τις εικόνες. Στο βιβλίο της Αικατερίνης Σαράφη [Τήνος: Χάρτες - Ενδυμασίες, Καστανιώτης-Διάττων, 2008] βλέπουμε μια χαλκογραφία του 1782, σε σχέδιο του J.B. Hilair (με βάση την περιγραφή του κόμητος Choiseul-Goufier), με δύο υπηρέτριες της Τήνου. Η μία εξ αυτών κρατάει πανεράκι με κουβάρια νήματος (βλ. στο τέλος). Σε άλλη επιχρωματισμένη χαλκογραφία του 1796, από το βιβλίο Encyclopedie de Voyages Collection Complete de Leurs Hanillements, σε σχέδιο του J. Laroque (με βάση την περιγραφή του Διπλωμάτη Jacques Grasset de Saint-Sauveur), βλέπουμε μια Χωριανή της Τήνου που κρατάει στο δεξί της χέρι ένα καλαθάκι γεμάτο φρούτα (βλ. στο τέλος). Ο μεγάλος ζωγράφος Νικόλαος Γύζης (γεννημένος την 1η Μαρτίου 1842 στο Σλαβοχωριό της Τήνου) εκτελεί το έργο «Ψυχομάνα» (1882-1883), μια ελαιογραφία σε μουσαμά, όπου μεταξύ άλλων εικονίζεται μια νεαρή κοπέλα να κρατά ένα καλάθι με μωριουδιακά ρουχαλάκια (βλ. στο τέλος). Ένα άλλο χαρακτικό του 1718 (δηλαδή, 300 χρόνια από σήμερα), βρίσκουμε στην αγγλική έκδοση Voyage into the Levant (Joseph Pitton de Tournefort) όπου δύο γυναίκες της Τήνου κρατούν «φυσερά» (= βεντάλιες. Από το ιταλικό ventaglio < λατ. ventilo «ανεμίζω, λικνίζω» < ventus «άνεμος»)
Γυναίκες της Τήνου κρατώντας φυσερά (1718).
Τα φυσερά αυτά ήταν η "καλαθοπλεκτική των γυναικών". Ο Φλωράκης γράφει: «Γυναικεία χειροτεχνία ήταν το πλέξιμο με ράπη (ή ράπα). Το κλωνάρι, το στέλεχος του θερισμένου σταχυού, που το έβαφαν σε διάφορα χρώματα. Ράπινα πανεράκια για ποικίλες χρήσεις (σσ. συνήθως για τα ραπτικά και το κεντήμα, και φυσερά για το καλοκαίρι) έπλεκαν οι γυναίκες της Χώρας και των χωριών της Τήνου, όχι μόνο για το σπίτι αλλά και για να τα πουλήσουν το καλοκαίρι στους προσκυνητές της Παναγίας. Συναφής χειροτεχνία, επίσης γυναικεία, ήταν η ψαθοπλεκτική [...]». [Αλ. Φλωράκης, Βωλαξιανοί Καλαθοπλέκτες, 2010, σ.11]
Σε αρκετές καρτ-ποστάλ της δεκαετίας του '60 –εποχή που περιορίστηκαν υπερβολικά οι καλαθάδες του χωριού– βλέπουμε να πουλούνται ψάθινα καλάθια στον εμπορικό δρόμο της Παναγίας (βλ. φωτό στο τέλος). Ο Ζακ Βίδος διηγείται: «Οι γυναίκες στο χωριό βοηθούσαν, κάποιες φορές, στις βοηθητικές δουλειές. Στον καθαρισμό π.χ. της ιτιάς από τα φύλλα της. Έφτιαχναν, όμως, και φυσερά από ράπες, για δική τους χρήση. Εξάλλου, τα στάχια δεν κρατάνε και χαλάνε γρήγορα. Θυμάμαι την μητέρα μου να προσπαθεί στην αυλή μας να επισκευάσει με ψάθα δυό παλιές καρέκλες καφενείου που είχαμε. Είχε φυτέψει "σαμάκι" στις Γαρουφωλιές και η γούρνα με το νερό είχε γεμίσει από σαμάκι. Το έκοψε, λοιπόν, μια μέρα και τα ξέρανε. Μετά με τη βοήθεια βελόνας και κλωστής τις επισκεύασε στην αυλή. Πολλές φορές έβραζαν καζάνι με σκόνη για να τους δώσουνε χρώμα. Και η Τούλα, όμως, (σσ. η μικρότερη αδελφή του) έφτιαχνε φυσερά». Η συμμετοχή της γυναίκας στην δημιουργία καλαθιών αποτυπώνεται στην Ευρώπη από τον Γάλλο εμπρεσιονιστή ζωγράφο Jean-Baptiste Armand Guillaumin (1841-1927). Ο καλλιτέχνης απεικονίζει μια γυναίκα από την επαρχία της Γαλλίας να ασχολείται με την δημιουργία καλαθιού (βλ. φωτό).
Ο Μωραϊτης μάς επαναφέρει στην «αντρική» καλαθοπλεκτική: «...Καλάθια κάθε είδους και μεγέθους [...] με μοναδική πρώτη ύλη, καλάμι, ιτιές και λυγαριές, τα δουλεύουν με μεράκι και δεξιοτεχνία από γενιά σε γενιά οι Βωλακίτες», και κλείνει απαισιόδοξα: «Όπως τόσα άλλα στην εποχή μας, το παραδοσιακό αυτό επάγγελμα βρίσκεται στο τέλος του. Μερικά ακόμα χρόνια και θ' αποτελεί παρελθόν. [...] Ένας ένας φεύγοντας για το μεγάλο ταξίδι, δεν θα'χει σε ποιον να παραδώσει την σκυτάλη του επαγγέλματος, γιατί κανένας νέος δεν απόμεινε στο χωριό για να συνεχίσει την τέχνη και την παράδοση». [Απ. Μωραϊτης, Δήμος Σωσθενίου Τήνου - Οδοιπορικό μέσα στο Χρόνο, Αθήνα 1994, σ.30] Από τα τέλη της δεκαετίας του '50 οι καλαθοπλέκτες του χωριού μειώνονται δραματικά. Μέσα από φωτογραφίες και καρτ-ποστάλ της εποχής βλέπουμε τους μεταπράτες εμπόρους να εκτοπίζουν τα παραδοσιακά καλάθια και την θέση τους να παίρνουν οι νέες «μοδάτες» ψάθινες τσάντες...
Εδώ και 30 χρόνια ο Δώριζας μίλησε για την ανάγκη της ιδρύσεως και λειτουργίας ενός Μουσείου Λαϊκής Τέχνης, στην πρωτεύουσα της Τήνου. Μεταξύ αυτών που θα πρέπει να περιλαμβάνει το ανωτέρω μουσείο, στο θέμα των μεταφορών, προτείνει επάνω σε ομοίωμα γαϊδάρου ή μουλαριού να υπάρχει ένα τοπικό κοφίνι, ενώ «κατά μήκος και το μέσον της αίθουσας θα πρέπει να εκτεθούν τα εργαλεία και τα σκεύη των διαφόρων επαγγελμάτων που χρησιμοποιούσαν οι πρόγονοί μας και που σήμερα με την εξέλιξη της τεχνοκρατίας έχουν εκλείψει ή τείνουν να εκλείψουν. [...] Του καλαθοποιού: το καρφί, η κοπάνα, το τρισέτο (καμπυλωτό μαχαίρι)». [Γεωργ. Δώριζας, Η Νέα Τήνος, μέρος Δ', 1981, σ. 399-401]
Το χωριό από εγκαταλειμμένο και άγνωστο που ήταν, έχει γίνει σημείο αναφοράς για όλη την Τήνο. Ο τουρίστας και ο προσκυνητής που έρχεται στην Τήνο περνάει και από τη Βωλάξ. Παρά τη λογική αγωνία για την τέχνη αυτήν, διάφορες εκδηλώσεις για τους καλαθοπλέκτες και το έργο τους έχουν πραγματοποιηθεί στο θέατρο του χωριού, από το Καλοκαίρι του 1997 και μετά. Πρόσφατα, χάρη στον Δήμο Εξωμβούργου και στον Σύλλογο του χωριού, άνοιξε μια υποτυπώδης σχολή καλαθοπλεκτικής και μέσα στους επόμενους μήνες θα κυκλοφορήσει, από τον Ζακ Βίδο, μέθοδος για να μάθει κάποιος να φτιάχνει καλάθια (βωλακίτικα και μη)! Τελευταία είχαμε και βράβευση από τον Δήμο της Τήνου στους μόνιμους καλαθοπλέκτες του χωριού. Στην κινηματογραφική ταινία Biloba, που προβλήθηκε τον προηγούμενο μήνα, βλέπουμε ένα βωλακίτικο καλάθι μέσα στο «τοπικό» λεοφωρείο.
Από την κινηματογραφική ταινία Biloba (2011).
Ήδη, στο μικρό Λαογραφικό Μουσείο του χωριού –που λειτουργεί από τις 25 Μαρτίου μέχρι 28 Οκτωβρίου– μπορεί κανείς να δει μερικά δείγματα βωλακίτικης καλαθοπλεκτικής. Μεταξύ αυτών, ξεχωρίζει μια σπάνια κόφα σε σχήμα πυθαριού (κατασκευασμένη στις αρχές του προηγούμενου αιώνα από τον Μαθιό "Ντουντό" Φυρίγο) την οποίαν είχαν αλείψει με βοϊδιές (κόπρανα αγελάδας) και την χρησιμοποιούσαν για αποθήκευση σιτηρών.
Αμέσως μετά το Πάσχα, και πάντα μέσα από την ιστοσελίδα μας, η Ομάδα των Τριών θα μας παρουσιάσει μια μεγάλη έρευνα για όλα τα εργαστήρια της καλαθοπλεκτικής και τους καλαθάδες που υπήρχαν στο χωριό τα τελευταία 70 χρόνια ενώ, μέχρι το Καλοκαίρι, θα παρουσιάσουμε τα υλικά και τα εργαλεία δουλειάς του καλαθοπλέκτη. H ευαισθητοποίηση και η σημασία διαφύλαξης και συνέχισης των παραδοσιακών τεχνών, όπως η καλαθοπλεκτική, είναι αναγκαία. Ευτυχώς, όλα δείχνουν πως παρά τις απαισιόδοξες φωνές βαδίζουμε στον σωστό δρόμο. Η καλαθοπλεκτική μπορεί, όπως στο παρελθόν, να αποτελέσει βασικό παράγοντα για την οικονομική αναζωογόνηση και την κοινωνική ευημερία της μικρής αυτής κοινότητας.
[1] Υπάρχει μια εικασία ότι οι αρχαίοι Δονακείς, μία από τις φυλές της αρχαίας Τήνου (δόναξ-δόνακος = καλάμι) κατοικούσαν στην περιοχή
Για την μεταφορά: dvidos, 7_2015
Στήλη: ΚΑΛΑΘΟΠΛΕΚΤΙΚΗ
Tags: καλαθοπλεκτική, καλαθοπλέκτες, τέχνες, biloba, έρευνα
Μοιραστείτε το