[vouloir, c’est pouvoir = θέλω θα πει μπορώ]
Θα άξιζε τον κόπο να αναφερθούμε στον δρόμο Μπουρό-Βωλάξ, ένα δρόμο που ενώνει το χωριό μας με την «κεντρική αρτηρία» Κουμάρου-Σκαλάδου.
Η διακλάδωση του δρόμου που πηγαίνει προς το Βωλάξ δεν έγινε από το Κράτος, καθώς η Νομαρχία Κυκλάδων προέβλεπε ότι αυτό το χωριό σε πολύ λίγο χρονικό διάστημα θα αφανιζόταν, με συνέπεια να θεωρεί περιττό,το Κράτος, την... σπατάλη χρημάτων για ένα τέτοιο σκοπό. Αυτά συνέβησαν γύρω στο –όχι και τόσο μακρινό– 1970.
H αλήθεια είναι ότι η κεντρική εξουσία είχε πάντα πρόβλημα με τους δρόμους του νησιού. Ο Γεωργαντόπουλος γράφει το 1889: «Εν γένει αι οδοί της συγκοινωνίας είναι φρικώδεις. Μόνον ενός χιλιομέτρου διάστημα, το μεταξύ θέσεως τινός ονομαζομένης Θωρίδια και του χωρίου Ξομπόργου, πάλαι ποτέ πρωτευούσης της νήσου, και μικρόν τι διάστημα μεταξύ του χωρίου τούτου και του χωρίου Μέση, κατασκευασθέντα και λιθοστρωθέντα επί Ενετών, είναι οπωσούν ομαλά και πορεύσιμα. Απορίας δε άξιον πως οι όνοι και οι ημίονοι οίτινες μετακομίζουσι δι'αυτών τους επιβάτας και τα φορτεία κατορθώνουσι να διέρχωνται τας ανωμάλους και αποτόμους λοιπάς οδούς της νήσου». Και συνεχίζει ν' αναρωτιέται: «Μ' όλον ότι οι κάτοικοι αυτής καταβάλλωσι προθύμως από ετών πολλών φόρων οδοποιίας [...] ενώ το ευαγές ίδρυμα της Ευαγγελιστρίας καταθέτει κατ' έτος 15.000 δραχ. π.δ. από τω 1879 και εντεύθεν, ουδέ λίθου ετέθη μέχρι σήμερον δι' ενεργείας της Κυβερνήσεως»! [Γεωργαντόπουλος σ.35-36]
Εκείνη την εποχή –μιλάμε ξανά για τα πρώτα χρόνια του 1970– η Νομαρχία Κυκλάδων, που εδρεύει στη Σύρο, αποφάσισε ότι είχε έρθει η ώρα (!) να ενώσει τα Πάνω Μέρη της Τήνου με τα Κάτω Μέρη. Όμως, ο δρόμος που θα ένωνε το Πεντόστρατο με τον δρόμο Ξώμπουργο-Κουμάρος-Σκαλάδος-Λουτρά δεν θα πέρναγε από το χωριό Βωλάξ. Επίσημα, ο εκπρόσωπος της Νομαρχίας είχε πει στον Πρόεδρο της Κοινότητας Φαλατάδου (όπου, εκείνα τα χρόνια, διοικητικά ανήκε το χωριό), κύριο Γιάννη Ζιανάρα το εξής: «Πρόεδρε, πώς είναι δυνατόν η Νομαρχία να ξοδέψει χρήματα για ένα χωριό που σε 10 χρόνια δεν θα υπάρχει;»
Όταν οι Βωλακίτες έμαθαν την απόφαση-ταφόπλακα της Νομαρχίας, δεν έμειναν με σταυρωμένα χέρια. Απεφάσισαν να αναλάβουν οι ίδιοι, με δικά του έξοδα, την διάνοιξη της διακλάδωσης. Ο πρώτος που έριξε την ιδέα ήταν ο Ιάκωβος Φιλιππούσης ή Καρύδας, που έμενε στην Αθήνα εκείνο τον καιρό, και ο οποίος είπε και στους υπόλοιπους «Αθηναίους» του χωριού: «Τώρα που τα μηχανήματα θα φτάσουν στην διασταύρωση προς το χωριό, πρέπει εμείς να διανοίξουμε το κομμάτι του δρόμου που μας αντιστοιχεί».
Έτσι, 3-4 άτομα ανέλαβαν να μαζέψουν τα χρήματα γι’ αυτό το σκοπό στην Αθήνα. Μ' αυτά και μ' αυτά, κατόρθωσαν να μαζέψουν γύρω στις 65.000 δραχμές και να πληρώσουν τα μηχανήματα που ήδη βρισκόντουσαν εκεί. Ο ίδιος ο Φιλιππούσης, πήγε στην Τήνο να βρει όλους τους ιδιοκτήτες των χωραφιών από όπου θα περνούσε ο δρόμος ώστε να του επιτρέψουν να περάσει. Αυτό δεν ήταν καθόλου εύκολο. Μάλιστα μια κυρία από άλλο χωριό δεν δέχτηκε να δώσει ούτε μια γωνιά του χωραφιού της, με αποτέλεσμα ο δρόμος να πρέπει να κάνει καμπύλη και να αυξηθούν τα έξοδα.
Οι περισσότεροι, παρ' όλα αυτά, δέχτηκαν υπό τον όρο να κτιστούν όλα τα ντουβάρια των χωραφιών τους απ’ όπου θα περνούσε ο δρόμος. Αυτό ανέβασε ακόμη περισσότερο τα έξοδα κατασκευής και δεν υπήρχαν άλλα χρήματα ώστε να πληρωθούν οι εργάτες που θα έκτιζαν τα ντουβάρια. Μια ομάδα ανθρώπων εξήγησε το ζήτημα στους Βωλακίτες και παρακάλεσε τους κατοίκους του χωριού να αναλάβουν οι ίδιοι να τα κτίσουν χωρίς να πληρωθούν. Οι χωριανοί δέχτηκαν και σε όλη τη διάρκεια του χειμώνα έκτιζαν τα ντουβάρια χωρίς να πάρουν ούτε μια δεκάρα. Από ό,τι έμαθα, κιόλας, έκαναν γύρω στα 90 μεροκάματα ο καθένας τους. Ευτυχώς, μάλιστα, που το ΙΚΑ δεν τους ζήτησε και ένσημα (άλλες εποχές...) γιατί θα πλήρωναν επί πλέον, για ένα έργο που, εξ' αρχής, είχε καθήκον να κάνει το κράτος.
Τα βάσανα όμως για τους Βωλακίτες δεν είχαν τελειώσει με την διάνοιξη του δρόμου: Τον Χειμώνα, με τις βροχές, έφευγε το χώμα και έμεναν λακούβες και κοτρώνες. Έτσι σε ορισμένα σημεία τα αμάξια είτε εύρισκαν κάτω είτε σε κάποια του σημεία ο δρόμος δεν ήταν καθόλου προσπελάσιμος. Για πολλά χρόνια, την Άνοιξη, την περίοδο της Μεγάλης Εβδομάδας που το χώμα έχει κρατήσει την υγρασία μέσα του, μαζευόντουσαν όλοι οι άντρες του χωριού (και τα παιδιά ακόμη) και με τσουγράνες φτιάρια και κασμάδες πάλευαν να ξανακάνουν τον δρόμο βατό.
Στα παιδιά του χωριού, αυτό φάνταζε σαν μια μεγάλη γιορτή. Οι άντρες, κρατώντας εργαλεία και καρότσια, ξεκίναγαν από την πλατεία του χωριού και περπατώντας όλοι μαζί, πήγαιναν στα πιο δύσκολα σημεία του δρόμου. Τα παιδιά βοηθούσαν στο κουβάλημα κάποιων εργαλείων, και όλοι έφταναν στο σημείο της δουλειάς συζητώντας ή τραγουδώντας. Οι γυναίκες, μετά από κάποιο δίωρο, εμφανίζονταν κρατώντας δίσκους με καφέδες, κουλουράκια και νερό για να ξεκουράσουν για λίγο τους άντρες τους. Αυτό κράταγε για μιά-δυό μέρες μέχρι τις 3-4 το μεσημέρι, ώστε ο δρόμος το καλοκαίρι (που το χωριό ξαναγέμιζε) να ήταν καθαρός.
Στην Ελλάδα όλα αρχίζουν και τελειώνουν μέσω της πολιτικής! Με τις πρόωρες εκλογές της 10ης Οκτωβρίου 1993, δόθηκε ένα χρηματικό κονδύλι –με πολύ κυνήγι από τον Αντώνη Φιλιππούση– και έτσι ο δρόμος αυτός ασφαλτοστρώθηκε...
Χάρη στην ατσαλένια θέληση των Βωλαξιανών, το χωριό όχι μόνο δεν έσβησε από τον χάρτη, όπως είχε αποφασίσει η Νομαρχία Κυκλάδων, αλλά έγινε ένα από τα πιο τουριστικά χωριά της Τήνου. Πράγματι είχε δίκιο ο Γάλλος στρατηγός Ζοζέφ Ζοφρ, όταν έλεγε «Vouloir c’est pouvoir» [Joseph Jacques Césaire Joffre, 28.07.1911] Γιατί αυτό που πραγματικά ήθελαν οι Βωλακίτες το πραγματοποίησαν.
Αυτά τα λίγα λόγια ας είναι ένας φόρος τιμής σε εκείνους που αγωνίστηκαν σκληρά για να μας αφήσουν κληρονομιά αυτό το πολύ μικρό αλλά και πολύ μεγάλο χωριό. Κάτι που ομολογούν όλοι όσοι το επισκέπτονται ξανά και ξανά.
Για την μεταφορά: dvidos 07/2015
Στήλη: ΠΡΟ ΣΥΛΛΟΓΟΥ
Tags: δρόμοι, 1970, 1889, 1993, αντώνης φιλιππούσης, χάρτες
Μοιραστείτε το