Βωλάξ, Τήνος. Τόπος όμορφος και ζωντανός. Χωριό αγαπημένο. Μέρος που θέλουμε να προστατέψουμε και να αναδείξουμε πιο πολύ από ποτέ! Εκτιμούμε όλα όσα μας προσφέρει μέσα απ' την ιστορία και την κουλτούρα του, μέσα από την αξεπέραστη φύση και τις αξίες των ανθρώπων του...
Ακολουθήστε μας!

O αέρας φυσά απίστευτα σε αυτόν εδώ τον τόπο και ας φαίνεται όλο αυτό συνηθισμένο μπροστά στο ρολόι του χρόνου.

Xωριό και άνεμος έχουν ταιριάξει για τα καλά, εδώ και χιλιετίες. Γι' αυτό και η Bωλάξ περιμένει πως και πως τον αέρα, για να τα πούνε, και του λέει «καλώς ήρθες» κάθε τόσο. Kαι ο αέρας απαντά: κλαδεύει τα δέντρα και τα αφήνει νάνους για να μην του εμποδίζουν τον δρόμο· λειαίνει τα σκληρά βράχια και τα στρογγυλεύει για να μην γδαρθεί στο πέρασμά του· σφυρίζει μέσα από τις τρύπες των βράχων, τις κουφάλες των δέντρων, τα στενά σοκάκια και το χωριό τον οδηγεί στην θέση του στην κεντρική πλατεία, στο σαλόνι του χωριού. Kαι για το καλοσώρισμα  τα φύλλα γυρίζουν γύρω-γύρω και χορεύουν κυκλικά.

Tο χωριό δείχνει αμήχανο σε όλα τα άλλα φυσικά φαινόμενα: τη ζέστη, τα χιόνια, το χαλάζι... Mπορεί να γοητεύεται από αυτά αλλά πάντα το μπερδεύουν· δεν τα θέλει. Τον αέρα όμως, τον ξέρει καλά. Είναι φίλος του. Κι ας έρχεται μερικές φορές παρέα με τη βροχή. Δεν έχει πρόβλημα το χωριό, δεν ζηλεύει.

Και όταν φεύγει η βροχή και βγαίνει το ουράνιο τόξο, για να δείξει φιλόξενο το χωριό, βγάζει τόσες μυρωδιές από τα γύρω χωράφια που σε κάνει να τρελαίνεσαι. Και οι αισθήσεις γρήγορα αντιστοιχούν με τα ερεθίσματα. Και όλα συμφωνούν: η όσφρηση με την μυρωδιά, η αφή με το άγγιγμα, η ακοή με τους ήχους...

...

Στον Άγιο Μάρκο μόλις τελείωσε η «γιορτή των νεκρών» και οι κάτοικοι γυρίζουν ήσυχοι στα σπίτια τους. Στη Λουμπ τα βελάνια έχουν πέσει από τα δέντρα. Τα κόκκινα φύλλα στην αυλή του Ρήγα φωτίζουν με πορφυρό φως τον βαρύ ουρανό. Το χώμα νοτισμένο από την πρωινή βροχή, στο φρεσκοσκαμένο χωράφι του Αντωνάκα (πίσω από τον Άγιο Μάρκο), μυρίζει υπέροχα. Τα κυκλάμινα έχουν βγει στο μονοπάτι προς τον Φαλατάδο και η Άννα καμαρώνει το φρεσκοασπρισμένο σπίτι της. Η εκκλησία είναι ακόμη στολισμένη με χρυσάνθεμα από τον γάμο του Αργύρη και της Μαρίας, όλα δείχνουν ήρεμα. Όλα, εκτός από έναν γκρίζο λαγό που όταν περνάω από δίπλα του, τρέχει φοβισμένος και χάνεται πίσω απ' την Καυκάρα.

Σε λίγο ο αέρας μάς ξαναχτυπάει το κουδούνι. Τι να ξέχασε πάλι;

Μοιραστείτε το