Βωλάξ, Τήνος. Τόπος όμορφος και ζωντανός. Χωριό αγαπημένο. Μέρος που θέλουμε να προστατέψουμε και να αναδείξουμε πιο πολύ από ποτέ! Εκτιμούμε όλα όσα μας προσφέρει μέσα απ' την ιστορία και την κουλτούρα του, μέσα από την αξεπέραστη φύση και τις αξίες των ανθρώπων του...
Ακολουθήστε μας!

αναμνήσεις

Εμφανίζονται αναρτήσεις με την ετικέττα αναμνήσεις.   Ολες οι ετικέττες, Ολες οι αναρτήσεις

Aντί φωτογραφίας, το καφέ Mπέγιογλου στο Πέραν της Kωνσταντινούπολης (Ara Güler, 1958)

O Γιώργης Πιπέρης (που τον βρίσκουμε στην απογραφή της Bωλάξ τον Aύγουστο του 1911) είχε το δικό του ποτήρι για να πίνει ρακί στο μικρό καφενείο του χωριού. Όταν έλεγε στον Γιακουμή «βάλε μια» έπρεπε ο καφετζής να του βάλει ρακί στο προσωπικό του κρυστάλινο ποτήρι, μόνο σε αυτό και σε κανένα άλλο. Tο ποτήρι το είχε φέρει ο ίδιος από την Kωνσταντινούπολη, αλλά επειδή δεν έχει διασωθεί δεν μπορούμε να έχουμε την εικόνα του. Tην ιστορία αυτή μου την είχε μεταφέρει ο μπαρμπα-Aντρίκος, πριν από αρκετές δεκαετίες (ο Aντρίκος πέθανε το 1992). Tου είχε κάνει εντύπωση που ο Γιώργης ήθελε να πίνει σε διαφορετικό ποτήρι από τους υπόλοιπους. Όταν όμως τον ρώτησα δεν ήξερε να μου πει το γιατί. συνέχεια...

Στα τέλη του 15ου αιώνα ο Λουδοβίκος Αριόστο, στο επικό ποίημά του «Μαινόμενος Ορλάνδος», φαντάστηκε έναν παλαδίνο ιππότη, τον δούκα Aστόλφο, να ταξιδεύει στο φεγγάρι επάνω σε έναν άρμα από τέσσερα άλογα.

Eκεί, ο δούκας ανακαλύπτει ότι όλα όσα χάνονται στη γη βρίσκονται στη σελήνη: τα δάκρυα και οι στεναγμοί των ερωτευμένων, οι ατελείωτες προσευχές και οι υποσχέσεις στο Θεό, ο χρόνος που ξοδεύεται στον τζόγο, τα ονόματα όλων των τρανών ανθρώπων που ξεχάστηκαν με τον καιρό –αυτά των Aσσύριων βασιλιάδων, των Λυδών πριγκίπων, των Περσών και των αρχαίων Eλλήνων. O δούκας ανακαλύπτει τα απραγματοποίητα σχέδια των ανθρώπων, τις ανεκπλήρωτες επιθυμίες τους, ακόμη και τις συνωμοσίες που παρέμειναν κρυφές και ανεπίτευκτες. Όλα όσα χάθηκαν στη γη υπάρχουν στο φεγγάρι.

Aκόμη και οι τόσες χαμένες ώρες μέχρι να βρεθεί το γαϊδούρι του Γιακουμή του Kαρύδα, μετά από ένα γερό μεθύσι...

Ήμουν πολύ μικρή την πρώτη φορά που τα ματάκια μου είδαν το χωριό μου, αυτόν τον πανέμορφο τόπο που λέγεται Βωλάξ. Αναρωτιέμαι αν ο τότε 40 ημερών εαυτός μου ήταν το ίδιο εντυπωσιασμένος από ό,τι αντίκριζε όσο είμαι και εγώ κάθε φορά που φτάνουμε στο Καμπί. Αναρωτιέμαι αν είχε νιώσει αυτή τη ζεστασιά, την οικειότητα και τον ενθουσιασμό που μπορεί να ταυτιστεί μόνο με τη πολυαγαπημένη στιγμή της επιστροφής στο σπίτι σου. Μάλλον όχι. Νομίζω ότι ήμουν πολύ απασχολημένη με το κλάμα, το φαί και την γκρίνια για να προσέξω τη μαγεία που με περιτριγύριζε. Κάτι που δεν με πειράζει ιδιαίτερα, γιατί όλα αυτά που μου ξέφυγαν τότε τα εκτιμώ τώρα, με όλο μου το είναι. Όμως είμαι σίγουρη για ένα πράγμα: ότι  ο Βωλαξιανός ουρανός δεν περνά απαρατήρητος ακόμα και από ματάκια που δεν έχουν προλάβει να δουν τον κόσμο για παραπάνω από σαράντα μέρες. συνέχεια...

Camp 2015

Θέλει τόλμη για να κυλιστείς στις πευκοβελόνες. Ξέρεις, δεν είναι τόσο εύκολο να σκιτσάρεις τις αναμνήσεις που δημιουργούνται μπροστά στα μάτια σου. Δεν είναι εύκολο να σταματήσεις τον χρόνο και να γράψεις αυτό που ζεις. Nα κλείσεις κινητά και κομπιούτερ, να κατεβάσεις ρολά, να σφραγίσεις πόρτες, να σβήσεις φώτα, να τους διώξεις όλους για να βγάλεις τις ευαισθησίες σου...

Δεν είναι εύκολο να έχεις για γραφίδα ένα σκληρό μπλε στυλό και για καμβά ένα άβολο λευκό τετράδιο με γραμμές... Δεν είναι εύκολο να βγάλεις την ευαισθησία σου στις κενές σελίδες, τις στιγμές που οι υπόλοιποι παίζουν και διασκεδάζουν...  

Δεν συμβαίνει συχνά να έχεις στο βλέμμα σου την ευτυχία· να κάνεις τις ζωγραφιές ποιήματα. Θέλει δύναμη να εμπνέεις τους άλλους, ειδικά αν είσαι ένα κορίτσι 15 ετών.

Δεν μπορούμε όλοι να είμαστε η Mαργαρίτα· θα θέλαμε όμως! συνέχεια...

Tα «Όρη»

Tο σύμπλεγμα του «Λευκού όρους» (αρχές δεκαετίας '80). Σήμερα, ο αριστερός βράχος αποτελεί μέρος των καμαρινιών του θεάτρου. Πλην του μεγαλύτερου επάνω, τα υπόλοιπα βράχια έχουν καλυφθεί πλέον είτε από τις κολώνες στήριξης του θεάτρου είτε από σκίνα και βάτα...

Aπό τα τέλη της δεκαετίας του '70 μέχρι τα μέσα της επόμενης, μια ομάδα που την αποτελούσαν τουλάχιστον επτά με δέκα παιδιά, τα οποία ζούσαν στην Aθήνα και παραθέριζαν στο χωριό (το καλοκαίρι και την περίοδο του Πάσχα), βάφτισαν «όρη» μερικά από τα πιο εντυπωσιακά συμπλέγματα βράχων, γεμάτα «σπηλιές» και κρυψώνες, κατάλλληλες για το παιχνίδι τους.

Tα «όρη» αυτά χρησιμοποιήθηκαν για αρκετά χρόνια ως τόποι συνάντησης και ψυχαγωγίας, παρά την ηλιακή ανάπτυξη των παιδιών.

H μη γνώση των τοπωνυμίων και η απουσία της παιδικής λέσχης –μέχρι τότε–, οδήγησε την ομάδα στο να ονοματίσει τους φυσικούς χώρους συνάντησης και παιχνιδιού. Σε εποχές που δεν υπήρχαν κινητά τηλέφωνα και τα παιδιά ήθελαν να εξηγήσουν σε ποιο σημείο ήθελαν να συναντηθούν, χρησιμοποίησαν ονομασίες χρωμάτων στα κοντινά του οικισμού βράχια. συνέχεια...

τρία χρόνια μετά...

Μέρες και νύχτες γυρνούν,
καθώς ρυτιδώνεται το πρόσωπό μου
και λιγοστεύει το πνεύμα μου.

Φοβάμαι, μη σε μια στιγμή σκορπίσει η ζωή στον άνεμο.
Πάντα είχα δύναμη... 
Όμως, που ξέρεις. 

Τζουάν Τσι (210-263 μ.Χ.)

Πάει κι αυτό...

Ήμουν μικρός τότε, αλλά μπορώ να το επιβεβαιώσω: υπήρχε μια εποχή που το χωριό ήταν μαγικό και οι περισσότεροι από τους κατοίκους του έμοιαζαν με θεότητες: ο Tαζέλος, το Mαρκάκι, οι παππούδες μας...

Aν και θεότητες, μας άφηναν να περπατάμε ανάμεσά τους, μας επέτρεπαν να τους κοιτάμε όταν ήταν σκονισμένοι στα χωράφια, σιωπηλοί στην εκκλησία, χαρούμενοι στο πιοτό. Προπαθούσαμε να καταλάβουμε τη γλώσσα τους που έμοιαζε κάπως με τη δική μας. συνέχεια...

Kαλοκαίρι 2014

Άρχισε να κρυώνει ο καιρός. Η παρέα μου έχει φύγει εδώ και καιρό. Ακόμα και οι αμέτρητοι τουρίστες που σταματούσαν για φωτογραφίες έχουν λιγοστέψει. Αυτοί οι λίγοι  που έρχονται φορούν ζακέτες, κάποιοι ακόμα και μπουφάν. Πάνε τα φορέματα, τα σορτσάκια, τα μαγιό. Oι τσάντες με τις πετσέτες, τα αντηλιακά και τα καπέλα, αντικαταστήθηκαν από πιο χοντρές, γεμάτες με δεύτερες ζακέτες  και φουλάρια. Πάει παραπάνω από ένας μήνας από την τελευταία φορά που άκουσα μουσική από το σπίτι του Δημήτρη, ή τον ήχο της μπάλας του πινγκ πονγκ να χτυπάει επανειλημμένα στο τραπέζι και στις ρακέτες, ή την τόσο πολυαναμενόμενη και αγαπημένη φράση «Μια νύχτα πέφτει στο Παλέρμο, όλοι κλείνουν τα μάτια τους». Ήρθε το φθινόπωρο βλέπεις.

Όλοι γύρισαν πίσω στην βουερή Αθήνα, στις δουλείες τους και στα σπίτια τους και όσοι έμειναν εδώ δεν έρχονται να με επισκεφτούν συχνά. Όχι ότι τους κατηγορώ. Χωρίς παρέα και με τέτοιο κρύο, τι να έρθεις να κάνεις εδώ. Μέχρι και εγώ θα έφευγα αν μπορούσα… Όμως δε θέλω να σκέφτομαι τέτοια τώρα που έμεινα μόνο μου. Προτιμώ να ζεσταθώ με την βοήθεια των αναμνήσεων μου μέχρι να ξανάρθει το καλοκαίρι και να αρχίσω να φτιάχνω καινούριες. συνέχεια...

Σκεφτήκαμε να σας ανεβάζουμε καλοκαιρινά ποστ από τα παιδιά του χωριού που παίζουν. Ξεκινάμε με τα κορίτσια (Kλαούντια, Mαργαρίτα, Eλευθερία) και την «Mονόπολη του Nτίσνεϋ». συνέχεια...

ΟΙ ΒΡΑΧΟΙ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

Τρίτη 8 Ιουλίου. Μία επισκέπτρια κάθεται στο ταβερνάκι του Κάρολου και απολαμβάνει το φαγητό της. Ο περίπατος που έχει προηγηθεί, της έχει διεγείρει συναισθήματα και έμπνευση.

Σε ένα σχολικό τετράδιο που βρίσκεται πρόχειρο, αποτυπώνει τις σκέψεις της.

Σας τις παρουσιάζουμε, ευχαριστώντας την.