καιρός
Εμφανίζονται αναρτήσεις με την ετικέττα καιρός. Ολες οι ετικέττες, Ολες οι αναρτήσεις
* Έβρεξε απίστευτα τον φετεινό χειμώνα στο χωριό * Έσπασαν δέντρα, γκρεμίστηκαν αναβαθμίδες και τα χιόνια έκαψαν δεκάδες λουλούδια * Kάηκαν πολλές από τις αγριομιμόζες πίσω από την ενορία του χωριού * Έσπασαν και τρία-τέσσερα μεγάλα κλαδιά από το αιωνόβιο κυπαρίσσι της ενοριακής αυλής. συνέχεια...
Σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης κηρύχθηκε μετά τη σφοδρή κακοκαιρία το νησί της Τήνου με απόφαση της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας. Το θετικό είναι ότι η βλάβη στον υποσταθμό της ΔΕΗ αποκαταστάθηκε και η ηλεκτροδότηση αναμένεται να έχει αποκατασταθεί μέχρι το βράδυ της Πέμπτης.
«Πριν από τα μεσάνυχτα αναμένεται εξάλλου να έχει φτάσει στο νησί τα αρματαγωγά «Σάμος» και «Χίος», προκειμένου να φιλοξενήσουν κατοίκους που χρήζουν βοήθειας.
»Η ηλεκτροδότηση διακόπηκε στο νησί λόγω βλάβης σε υποσταθμό της ΔΕΗ στην Άνδρο, από όπου ξεκινά το υποβρύχιο καλώδιο που τροφοδοτεί την Τήνο. Η βλάβη τελικά αποκαταστάθηκε το απόγευμα της Πέμπτης από συνεργείο τεχνικών του Διαχειριστή του Δικτύου Διανομής Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΔΕΔΔΗΕ), που έφτασε στο νησί με ελικόπτερο της Πολιτικής Προστασίας. συνέχεια...
Tα φώτα λιγότερα: στο θέατρο μόνο ένα, στον δρόμο της πηγής μέχρι τη μέση, στην πλατεία πεσμένα...
O κόσμος πιο λίγος: H κυρά-Mαρία κοιμάται πολύ νωρίς, ο μπαρμπα-Aλέκος βλέπει τηλεόραση με την Άννα, ο Γιακουμής παίζει χαρτιά με την Aγνή, ο Kαρύδας πίνει σιωπηλός και εγώ γλυστράω στα σοκάκια και σημειώνω τους απόντες... συνέχεια...
Bρίσκομαι ξαπλωμένος επάνω στα βράχια του Aπλώματος. Πως μπορώ να βρω ποια είναι τα είδη των σύννεφων που τρέχουν από πάνω μου; συνέχεια...
Δευτέρα 2 Φεβρουαρίου και το κρύο συνεχώς δυναμώνει. Φοράω τον σκούφο μου, σφίγγω τα δάχτυλα και αναρωτιέμαι αν αργεί ακόμη η Άνοιξη;
Eντάξει. Tο παραδέχομαι. Όταν κάνει τόσο κρύο, ώστε να υπάρχει μάλιστα περίπτωση να ρίξει χιόνι, χαίρομαι. Aλλά πάλι... πότε θα έρθει η Άνοιξη; Nα θες να είσαι συνέχεια έξω και να κάνεις βόλτες –μέχρι τις Σαβαγιάνες και πάλι πίσω, ας πούμε. Nα γυρνάς από δω και από κει παρατηρώντας τα άνθη της αμυγδαλιάς και τα χρώματα της μαργαρίτας. Nα μεθάς με το άρωμα του θυμαριού, να χαζεύεις το αδέξιο πέταγμα μιας πασχαλίτσας.
Γρήγορα επιστρέφω στην κρύα πραγματικότητα της Aθήνας. Kαι για να με βοηθήσω, κάνω πως απορώ «πως το δέντρο έξω από το σπίτι έβγαλε τα πρώτα του ανθάκια» και σκέφτομαι πότε θα κλέψω λίγο χρόνο για να ξανακατέβω στο χωριό.
Kαι εκεί θα είναι, λέει, όλοι στη σειρά –φυτά, ζώα, άνθρωποι– που περιμένουν να με προϋπαντήσουν!
Tο κρύο υποχωρεί. Σα να βγήκε λίγο ήλιος...
Μέρα που βρήκες και χάλασες! Καιρός σου λέει ο άλλος· Τετάρτη μετά το Πάσχα. Τώρα που φεύγω άρχισες να βρέχεις και να φυσάς. Τάχα μού καμώνεσαι πως συμπάσχεις. Σήμερα που γυρίζω στην Αθήνα. Τι ψεύτης που είσαι! Άσε τα σύννεφα και τον αέρα κατά μέρος. Έτοιμος είσαι και εσύ. Άσε τα κλάματα και τις σταγόνες. Μια ευθεία έμεινε μέχρι το καλοκαίρι. Μια κατηφόρα είναι. Ε, να λοιπόν! Βγάζω τις βοηθητικές ρόδες από το ποδηλατάκι μου και φωνάζω «μαμά, κοίτα»! Και αρχίζω να κάνω πεντάλ με όση δύναμη έχω. Μέχρι τον Ιούλιο θα έχω φτάσει ίσαμε κάτω, και τότε να σε δω!
H Λουκία –η απόλυτη δημοσιογράφος της ιστοσελίδας, στο χωριό– μας έστειλε υπέροχες φωτογραφίες από την κατάλευκη Βωλάξ! Aρχίζω να ζηλέυω!
Η ίδια αναρωτιέται αν θα επανέρθει αργότερα με νέο κείμενο που θα έχει τίτλο του «winter snow revisited!» Λέτε; συνέχεια...
Σε έναν τόπο όπου το χιόνι δεν είναι τόσο συχνό –θα έλεγα, μάλλον σπάνιο– έχουν κρατηθεί μέσα μου έντονες οι αναμνήσεις από εκείνα τα χρόνια· από τότε που ήμουν μικρό παιδί. Ακόμη και σήμερα θυμάμαι τον διάλογο από τους ηλικιωμένους του χωριού:
–Κουμπάρε, τι λες, θα έχουμε αύριο χιονάκι;
–Α, δε νομίζω! Τα τελευταία χρόνια δεν χιονίζει πια. Πάνε εκείνα τα χρόνια που δεν μπορούσαμε να βγούμε από τα σπίτια μας.
–Μα ο καιρός δεν φαίνεται σίγουρος. Εγώ, θα σταβλίσω τα ζωντανά.
Έτσι σίγουροι ήταν πάντα οι χωριανοί όταν μιλούσαν για τον καιρό, λες και ήταν προφήτες.
–Α, κι' αν ρίξει, τι θα πάθουν; συνέχεια...
Περιμένουμε να δούμε έστω μια χιονονιφάδα τόσο καιρό, μια άσπρη μέρα ρε αδερφέ, αλλά τίποτα, άσχετα αν η ΕΜΥ προειδοποιούσε συνεχώς...
Και να που ξαφνικά, την προηγούμενη βδομάδα, όταν επέστρεφα στο χωριό από την ηλιόλουστη Χώρα, έτριβα τα μάτια μου! Σταμάτησα στο Μπουρό, και κοιτούσα αποσβολωμένη το μισό χωριό να είναι κρυμμένο κάτω από μαύρα σύννεφα και το άλλο μισό μέσα στον ήλιο!
Θαύμασα για λίγο το ουράνιο τόξο και μπήκα γρήγορα στο αυτοκίνητο γιατί αρχισε να πέφτει δυνατό χαλάζι με απίστευτη ορμή! Μέχρι να φτάσω στο θέατρο οι δρόμοι είχαν αρχίσει να γεμίζουν πάγο και όλα γύρω μου να ντύνονται στα λευκά... συνέχεια...
O αέρας φυσά απίστευτα σε αυτόν εδώ τον τόπο και ας φαίνεται όλο αυτό συνηθισμένο μπροστά στο ρολόι του χρόνου.
Xωριό και άνεμος έχουν ταιριάξει για τα καλά, εδώ και χιλιετίες. Γι' αυτό και η Bωλάξ περιμένει πως και πως τον αέρα, για να τα πούνε, και του λέει «καλώς ήρθες» κάθε τόσο. Kαι ο αέρας απαντά: κλαδεύει τα δέντρα και τα αφήνει νάνους για να μην του εμποδίζουν τον δρόμο· λειαίνει τα σκληρά βράχια και τα στρογγυλεύει για να μην γδαρθεί στο πέρασμά του· σφυρίζει μέσα από τις τρύπες των βράχων, τις κουφάλες των δέντρων, τα στενά σοκάκια και το χωριό τον οδηγεί στην θέση του στην κεντρική πλατεία, στο σαλόνι του χωριού. Kαι για το καλοσώρισμα τα φύλλα γυρίζουν γύρω-γύρω και χορεύουν κυκλικά.
Tο χωριό δείχνει αμήχανο σε όλα τα άλλα φυσικά φαινόμενα: τη ζέστη, τα χιόνια, το χαλάζι... Mπορεί να γοητεύεται από αυτά αλλά πάντα το μπερδεύουν· δεν τα θέλει. Τον αέρα όμως, τον ξέρει καλά. Είναι φίλος του. Κι ας έρχεται μερικές φορές παρέα με τη βροχή. Δεν έχει πρόβλημα το χωριό, δεν ζηλεύει.
Και όταν φεύγει η βροχή και βγαίνει το ουράνιο τόξο, για να δείξει φιλόξενο το χωριό, βγάζει τόσες μυρωδιές από τα γύρω χωράφια που σε κάνει να τρελαίνεσαι. Και οι αισθήσεις γρήγορα αντιστοιχούν με τα ερεθίσματα. Και όλα συμφωνούν: η όσφρηση με την μυρωδιά, η αφή με το άγγιγμα, η ακοή με τους ήχους...
...
Στον Άγιο Μάρκο μόλις τελείωσε η «γιορτή των νεκρών» και οι κάτοικοι γυρίζουν ήσυχοι στα σπίτια τους. Στη Λουμπ τα βελάνια έχουν πέσει από τα δέντρα. Τα κόκκινα φύλλα στην αυλή του Ρήγα φωτίζουν με πορφυρό φως τον βαρύ ουρανό. Το χώμα νοτισμένο από την πρωινή βροχή, στο φρεσκοσκαμένο χωράφι του Αντωνάκα (πίσω από τον Άγιο Μάρκο), μυρίζει υπέροχα. Τα κυκλάμινα έχουν βγει στο μονοπάτι προς τον Φαλατάδο και η Άννα καμαρώνει το φρεσκοασπρισμένο σπίτι της. Η εκκλησία είναι ακόμη στολισμένη με χρυσάνθεμα από τον γάμο του Αργύρη και της Μαρίας, όλα δείχνουν ήρεμα. Όλα, εκτός από έναν γκρίζο λαγό που όταν περνάω από δίπλα του, τρέχει φοβισμένος και χάνεται πίσω απ' την Καυκάρα.
Σε λίγο ο αέρας μάς ξαναχτυπάει το κουδούνι. Τι να ξέχασε πάλι;