χορός
Εμφανίζονται αναρτήσεις με την ετικέττα χορός. Ολες οι ετικέττες, Ολες οι αναρτήσεις
Αν μια στιγμή μπορεί να τα αλλάξει όλα;
Μία χορευτική παράσταση παιδιών και εφήβων, δημιουργημένη με αφορμή την έξαρση της βίας κατά των γυναικών.
Τα είδη των χορών
Δύο ήταν (και είναι) οι βασικοί «ομαδικοί» χοροί που έβλεπες και μπορούσες να συμμετάσχεις στα πανηγύρια της Βωλάξ και στα γύρω χωριά: ο συρτός και ο μπάλος, συχνά ως συνέχεια του συρτού και όχι ως ανεξάρτητος χορός. Όταν λέμε «ομαδικοί χοροί» εννοούμε την κοινή συμμετοχή ομάδας ανθρώπων (όχι π.χ. το τανγκό που χρειάζεται μόνο δύο).
Ο συρτός της Τήνου είχε ιδιορρυθµίες και ήταν γνωστός παλαιότερα με την γενική ονομασία νησιώτικος. Έχει συνήθως αργό κινητικό μοτίβο και χορεύεται πιο «ελαφριά» από τον παραδοσιακό συρτό της Ηπείρου. Χορεύεται και από άντρες και από γυναίκες και xαρακτηρίζεται από συνεχή σούστα (ανεβοκατέβασμα του κορμού), που εμφανίζεται συχνότερα σε Κρητικούς χορούς. Χορεύεται σε αργό ρυθμό με συγκεκριμένη φορά και, αν δεν υπάρχει χόρος, μετακινείται προς το κέντρο του κύκλου. συνέχεια...
Αναφερθήκαμε ειδικά σε μανέδες και νησιώτικα τραγούδια σε προηγούμενο άρθρο μας. Ένα σύνηθες φαινόμενο, που το βλέπουμε συχνά στις Κρητικές μαντινάδες, είναι να εκτελούνται τραγούδια στην ίδια μελωδία με διαφορετικούς, όμως, στίχους. Με αφορμή, λοιπόν, τους στίχους που γράφτηκαν για την... Βωλάξ, κάνουμε μια μικρή αναδρομή σε αυτό το θέμα.
Υπάρχουν κάποια τραγούδια που δεν έχουν δικούς τους στίχους. Αν θεωρούμε ότι τραγούδι είναι συγκεκριμένοι στίχοι και συγκεκριμένη μουσική, τότε αυτά δεν είναι τραγούδια. Είναι απλώς σκοποί, όπως γράφει ο Pepe. Το «Χορέψετε, χορέψετε», για παράδειγμα, πολλά μουρμούρικα ρεμπέτικα, δεκάδες συρτά, ταμπαχανιώτικα, δεν έχουν δικούς τους στίχους. συνέχεια...
Από τις πρώτες πρωινές ώρες στα χωράφια και στα ζώα μέχρι το βαθύ απόγευμα οι κάτοικοι του χωριού δούλευαν ασταμάτητα. Μερικές φορές –κυρίως τον χειμώνα– φτιάχνοντας καλάθια και για να μη νιώθουν μοναξιά, τραγούδαγαν «για να περάσει η ώρα». Το καλοκαίρι όμως, που έβγαινε το γλυκό φεγγάρι, οι οικογένειες μεταξύ τους, οι παρέες με το ρακάκι τους και οι νέοι για τις κοπέλες του χωριού τραγούδαγαν και πέρναγαν πολύ όμορφα...
Η βωλακίτικη κοινωνία ήταν σχετικά εσωστρεφής. Έτσι, το τραγούδι (δεν θα αναφερθούμε σ' συτό το άρθρο για τα εκκλησιαστικά λατινικά άσματα που έψαλλαν οι κάτοικοι στην εκκλησία) και οι χοροί συνδέονταν με την κοινωνική και πολιτισμική αναπαραγωγή τους. Το χωρίς όργανα τραγούδι αποτελούσε μέρος της διαδικασίας καταξίωσης, αποδοχής αλλά και μύησης στο αξιακό τους σύστημα. Σ' αυτό αποσκοπούσε η υποχρέωση όλων να λάβουν μέρος στο τραγούδι. Αν κάποιος δεν τραγούδαγε του έλεγαν: «Γιατί δεν τραγουδάς; Τι έχεις;» ή τον παρότρυναν να τραγουδήσει και αυτός («Άντε ρε Μάρκο!») συνέχεια...
Το παρόν άρθρο καταγράφει όλες τις εκδηλώσεις που έφεραν σε πέρας, μέσω του Συλλόγου, δύο πνευματικοί άνθρωποι και αποτελεί το μικρότερο αφιέρωµα που θα µπορούσε να γίνει σ' αυτούς τους πρωτεργάτες της πολιτιστικής ζωής του χωριού. Στον Ιάκωβο και την Σοφία Βίδου. ∆υο ανθρώπους που οραµατίστηκαν ένα υπαίθριο θέατρο και ένα λαογραφικό μουσείο σε ένα χωριό 23 ατόµων...
Μετά από 20 χρόνια επίμονης και συνεχούς προσπάθειας για την αναμόρφωση του χωριού από τον Σύλλογο, πέρα από τα βασικά έργα υποδομής, οφείλαμε να καταγράψουμε όλες τις πολιτιστικές εκδηλώσεις (1985-2005). Από τα πρώτα χρόνια, όπου οι εκδηλώσεις γινόντουσαν στην Αθήνα (στις αίθουσες του Λεοντείου Λυκείου Πατησίων) με την ευγενική φιλοξενία και συν-διοργάνωση του αδ. Γεώργιου, μέχρι τα εγκαίνια του ολοκαίνουργιου υπαίθριου θεάτρου (Σάββατο 25.07.1998) από την αξιοσέβαστη άμια Λουκία, τη γηραιότερη κάτοικο του χωριού.
Η βεγγέρα ήταν ένα από τα έθιμα που ανέπτυσσαν την κοινωνικότητα αναμέσα στους κατοίκους ενός χωριού, κυρίως τις κρύες νύχτες του χειμώνα. Τα βράδια, λοιπόν, μια παρέα ή μια οικογένεια επισκεπτόταν κάποια άλλη οικογένεια του χωριού, όπου ξεκινούσαν όλοι μαζί, με το φανάρι αναμμένο για να φωτίζει το δρόμο, και έφταναν στον τελικό προορισμό, ένα φιλικό ή συγγενικό σπίτι.
Η Βάλυ Βαϊμάκη γράφει στο βιβλίο της: «Οι βεγγέρες, οι βραδινές συγκεντρώσεις από σπίτι σε σπίτι, πήραν το όνομά τους από τη λέξη φεγγέρες, καθώς στα παλιά χρόνια γίνονταν στις αυλές των σπιτιών κάτω από το φέγγος της σελήνης. Οι φιλικές αυτές συγκεντρώσεις κρατούσαν συνήθως μέχρι τις 10 το βράδυ και οι οικοδεσπότες πρόσφεραν στους καλεσμένους τους σύκα, σταφίδες, μουσταλευριά, ρακί. Στη διάρκειά τους οι γυναίκες έπλεκαν (σσ. την προίκα της κόρης τους), έκλωθαν μαλλιά προβάτων, μπάλωναν και συζητούσαν θέματα σχετικά με το νοικοκυριό, ενώ οι άντρες διηγούνταν ιστορίες σχετικά με την πολιτική ή τη δουλειά τους».
Βεγγέρα (από το ιταλικό veggheria) ή εσπερία (μτγν. εσπερίδα), όπως λεγόταν στην καθαρεύουσα, ήταν ένα από τα πολύ παλιά έθιμα της Τήνου και φυσικά του χωριού. Εμείς, θυμόμαστε ως παιδάκια να έρχονται παρέες στα σπίτια μας τραγουδώντας και να τους δίνουν ζωμό (αλλά και ρακή). Ήταν τα καλοκαίρια της δεκαετίας του΄80-'90... Από το 1988 και μετά, δεν έλειπε ποτέ το γνωστό «άσμα» (σε στίχους Τάκη Μουσαφίρη):
«Το ξέρω οι άντρες δεν κλαίνε
το ξέρω πως είναι ντροπή
μα ένα σου λέω μονάχα
να μη σε βρει
Όσο δυνατός κι αν είσαι
όσο αν αντέχεις κι αν κρατάς
άνθρωπος είσαι, άνθρωπος είσαι
άνθρωπος είσαι και λυγάς!
Το ξέρω οι άντρες δεν κλαίνε
μα τέτοιες στιγμές πώς κρατάς
και σκέψου αν δεν είχα κι εσένα
να μ' αγαπάς
Όσο δυνατός κι αν είσαι
όσο αν αντέχεις κι αν κρατάς
άνθρωπος είσαι, άνθρωπος είσαι
άνθρωπος είσαι και λυγάς!»
(δις και με κορώνα οι τελευταίοι δύο στίχοι)
Πηγή πληροφοριών υπήρξαν:
Ετυμολογικό Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (τρίτη έκδοση), Ν. Π. Ανδριώτης, ΙΜΤ, 1995
Ανεξερεύνητη Τήνος, Βάλυ Βαϊμάκη, Road, 1995
Για την μεταφορά: dvidos, 7_2015