1981
Εμφανίζονται αναρτήσεις με την ετικέττα 1981. Ολες οι ετικέττες, Ολες οι αναρτήσεις
Άνοιξη 1981
Εκεί που απεικονίζεται η χαρά και η ηρεμία έρχονται στο μυαλό μνήμες οδύνης και θυμού. Κύκλος αέναος η ζωή. Μητέρες καμαρώνουν κρατώντας ψηλά τα παιδιά τους και εκείνα, αφημένα στο μητρικό άγγιγμα, αντικρίζουν τον φακό. Ο χρόνος είναι αυτός που εξαφανίζει την παιδική αθωότητα και φέρνει την ωριμότητα. Δεν αργεί η στιγμή που η φωνή της μάνας γίνεται άηχη και τα μικρά μαθαίνουν πώς είναι να κουβαλάς ο ίδιος το φορτίο σου. Και πάλι ο χρόνος είναι αυτός που μετατρέπει τις δυσάρεστες εμπειρίες σε γλυκές αναμνήσεις: Στη φωτογραφία που μας έστειλε η Ροζαλί Πιπέρη, απεικονίζονται πέντε κορίτσια περιτριγυρισμένα μονάχα από τη φύση. Μια βωλακίτικη φύση όπου όλα μοιάζουν ήσυχα, σχεδόν ακίνητα. Μακάρι και ανίκητα.συνέχεια...
Υπότιτλος: Το Μαρκάκι και ο αδελφός του ο Γιάννης ο Ταζέλος στη βεράντα του σπιτιού τους, καλοκαίρι του 1978.
Soundtrack: (το ψάχνω και επανέρχομαι) συνέχεια...
«Ήταν Xριστούγεννα '81-'82. Tο χωριό ήταν αποκλεισμένο από τα χιόνια, πολύ κρύο. Kαι είχαμε έρθει σε σας που είχατε τζάκι όλη μέρα. Tο θυμάσαι; Eγώ τότε κάπνιζα, δεν είχα σταματήσει το κάπνισμα. Θυμάμαι Kαρέλια ήταν αυτά που κάπνιζα. Aποκλεισμένοι στο χωριό που λες, δεν είχα που να πάρω τσιγάρα. Xειμώνας βαρύς. Xιόνια. Yπήρχε κάποιος τότε που πουλούσε Πεντάρι (σσ. μάρκα του Παπαστράτου), αυτό μόνο υπήρχε στο χωριό... Iωσηφίνα. Όχι, δεν πρέπει να ήταν αυτή, άλλος τα πουλούσε. Δεν έχει σημασία. Δεν καπνιζόταν το πεντάρι. Ήταν μέσα ξύλο, τόσο ξερά. Tο ένιωθες στο χέρι, έκανες έτσι τα δάχτυλα, είχαν ξύλο, τι να σου πω. O λαιμός μου με έπιανε. Έκανα δυο ρουφηξιές και τα πέταγα στο αναμμένο τζάκι. Λέω, ξύλο έχει, κρύο κάνει, άστο για προσάναμμα...»