Άρχισε να κρυώνει ο καιρός. Η παρέα μου έχει φύγει εδώ και καιρό. Ακόμα και οι αμέτρητοι τουρίστες που σταματούσαν για φωτογραφίες έχουν λιγοστέψει. Αυτοί οι λίγοι που έρχονται φορούν ζακέτες, κάποιοι ακόμα και μπουφάν. Πάνε τα φορέματα, τα σορτσάκια, τα μαγιό. Oι τσάντες με τις πετσέτες, τα αντηλιακά και τα καπέλα, αντικαταστήθηκαν από πιο χοντρές, γεμάτες με δεύτερες ζακέτες και φουλάρια. Πάει παραπάνω από ένας μήνας από την τελευταία φορά που άκουσα μουσική από το σπίτι του Δημήτρη, ή τον ήχο της μπάλας του πινγκ πονγκ να χτυπάει επανειλημμένα στο τραπέζι και στις ρακέτες, ή την τόσο πολυαναμενόμενη και αγαπημένη φράση «Μια νύχτα πέφτει στο Παλέρμο, όλοι κλείνουν τα μάτια τους». Ήρθε το φθινόπωρο βλέπεις.
Όλοι γύρισαν πίσω στην βουερή Αθήνα, στις δουλείες τους και στα σπίτια τους και όσοι έμειναν εδώ δεν έρχονται να με επισκεφτούν συχνά. Όχι ότι τους κατηγορώ. Χωρίς παρέα και με τέτοιο κρύο, τι να έρθεις να κάνεις εδώ. Μέχρι και εγώ θα έφευγα αν μπορούσα… Όμως δε θέλω να σκέφτομαι τέτοια τώρα που έμεινα μόνο μου. Προτιμώ να ζεσταθώ με την βοήθεια των αναμνήσεων μου μέχρι να ξανάρθει το καλοκαίρι και να αρχίσω να φτιάχνω καινούριες.
Όλα ξεκινούν σιγά σιγά. Πρώτα πρώτα, το κλειδί του Παπαδικού να γυρνά στην κλειδαριά και να έρχονται κι’ άλλες φωνές να κάνουν παρέα σ’ αυτές του Κοσμά και της Κλαούντιας. Πρώτα ο Δημήτρης ο μικρός, μετά η Ματίνα, η Ναντίν και η Νικόλ, λίγες ακόμα μέρες και ο Αντώνης. Αρχίζω ήδη να ανυπομονώ! Ξέρω τι σημαίνουν για εμένα αυτές οι αφίξεις. Έφτασε και ο Παύλος και η Μαργαρίτα. Δεν θα περιμένω πολύ ακόμα! Και όπως το είχα προβλέψει, δεν είναι πολλές μέρες μέχρι το μαύρο και ασημένιο Citroen να παρκάρει λίγα μέτρα μακριά μου και αρχίζουν τα πρώτα τραγούδια να αντηχούν από το σπίτι του Δημήτρη και όλες οι προηγούμενες φωνές να πλησιάζουν όλο και πιο πολύ προς τα εμένα.
Αχ, πώς μου έλειψε η μουσική και οι συζητήσεις. Το ξέρω πως δεν αργούν και οι άλλοι. Έρχονται ένας ένας. Η Μαρίνα και ο Νίκος, ο Γιάννης «ο ψηλός και ο νέος», η Φωτεινή και ο Χρήστος, η Μαίρη, η άλλη Μαίρη και ο Γιάννης «ο κοντός και ο γέρος», ο Δημήτρης και η Εύα μαζί με τον Νικόλα. Από μέρα σε μέρα αρχίζουμε!
Ήδη τους ακούω να μαζεύονται μπροστά από την εκκλησία. Ακούω τις χαιρετούρες, τα «πώς είσαι;». Ακούω τα χέρια να χτυπούν στο ξύλινο τραπέζι και τα 1–2–3 κατά ένα καταπονητικό παιχνίδι γαϊδάρου και μετρώ τις μέρες. Δε θα αργήσουν πολύ. Και να τη η στιγμή που περίμενα ένα χρόνο. Όλοι είναι πάλι γύρω μου, η τράπουλα έτοιμη και οι Ιστορίες Μυστηρίου στην άκρη για παν ενδεχόμενο. Αρχίζουμε!
Αμέσως, ξεχνάω τον παγωμένο χειμώνα και την μοναξιά που πέρασε, αλλά και αυτή που έρχεται. Τα ξεχνάω όλα γιατί, τώρα, με τόσους ανθρώπους γύρω μου, μερικά πόδια πάνω μου και την τόσο γνώριμη αίσθηση των καρτών ρόλου και ίντριγκας να αρπάζονται γρήγορα από την επιφάνεια μου, τελειώνει πια η ατελείωτη, όπως μου φαινόταν, ανυπομονησία και αρχίζει για άλλη μια φορά το παιχνίδι. Και φέτος είχαμε πολύ ωραία παιχνίδια. Δολοφόνοι που δρουν τα βράδια με πιστόλια και τις μέρες με πειστικούς και έξυπνους λόγους και πράξεις που τους καθιστούν «αθώους».
Αθώους που φεύγουν νωρίς ή να μένουν μέχρι το τέλος όπου έρχονται αντιμέτωποι με το σημαντικότερο ερώτημα. Ρουφιάνους που βοηθούν θέτοντας τη ίδια τους τη ζωή σε κίνδυνο αλλά πάντα αποκαλύπτοντας την αλήθεια με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. Γιατροί που κάνουν χειρουργεία κάθε βράδυ, μερικά από τα οποία αποδεικνύονταν ανώφελα το πρωί. Ακόμα και συγκάτοικους είχαμε φέτος! Τόσοι πολλοί ήμασταν. Ακόμα σπάσαμε και ρεκόρ, με το μικρότερο σε χρόνο παιχνίδι Παλέρμου που έχει παιχθεί στα χρονικά. Αλλά το παιχνίδι δεν τελειώνει εδώ!
Είναι παράδοση να γίνουν και μερικές φάρσες! Φέτος δεν έγιναν πολλές ,αλλά η πιο πετυχημένη ήταν σίγουρα ο Κύριος Ρολός του Αντώνη, μια πολύ περίπλοκη εφεύρεση σχεδιασμένη μόνο και μόνο για να σπέρνει τον τρόμο στους ανυποψίαστους πολίτες του Παλέρμου. Και ο Νίκος προσπάθησε αρκετά προκαλώντας όμως περισσότερο γέλιο παρά φόβο. Οι ατάκες, όπως πάντα, δίνουν και παίρνουν με τις «Τελευταίες λέξεις» να μπαίνουν για πρώτη φορά στο παιχνίδι και να κλέβουν την παράσταση. Βέβαια δεν πρέπει να ξεχνάμε και το ότι «τα φαντάσματα δεν πονάνε» όπως δήλωσε, πάρα πολύ σωστά, ο Δημήτρης. Επίσης, δε μιλάνε αλλά κανείς δε φαίνεται να το τηρεί αυτό.
Είναι αλήθεια πως, κάποιες φορές, τσακώνεστε για τα πιο χαζά πράγματα και, κάποιες άλλες, αναλύετε ακόμα και τα πιο ασήμαντα για όση ώρα θα κρατούσε ένα ολόκληρο παιχνίδι. Επίσης, πεισμώνετε και τσαντίζεστε υπερβολικά εύκολα και αργείτε να πάρετε αποφάσεις. Ακόμα το να έχεις παπούτσια πάνω σου δεν είναι και το πιο ευχάριστο πράγμα στον κόσμο, αλλά, ομολογώ ότι κάθε βράδυ που καληνυχτίζεστε όλο χαμόγελα και συζητήσεις για τα παιχνίδια που προηγήθηκαν, δεν μπορώ παρά να περιμένω την επόμενη φορά που θα αρχίσετε να μαζεύεστε γύρω μου και θα ακούσω και πάλι ιστορίες για αιματηρούς φόνους, απρόβλεπτες προδοσίες και ύπουλες συνομωσίες που κάθε βράδυ αλλάζουν, μα ποτέ δεν απογοητεύουν. Και όταν φεύγετε όλοι σας για το χειμώνα, να ξέρατε πως μου λείπετε και με τι ανυπομονησία αναμένω το επόμενο καλοκαίρι για να έχω και εγώ παρέα και να με ταξιδέψετε ξανά σ’ αυτό το μυθικό Παλέρμο…
Ευχαριστώ πολύ για ακόμα ένα υπέροχο καλοκαίρι.
Θα σας περιμένω και του χρόνου, στο Ωραίο Τραπεζάκι.
Κείμενο: Μαργαρίτα Καλιαμούτου
Στήλη: ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ
Tags: καλοκαίρι, αναμνήσεις, παιδιά, παιχνίδια, παλέρμο, τραπεζάκι
Μοιραστείτε το